Για “Το Γέλιο” του Henri Bergson.

Το συνοπτικό δοκίμιο του Γάλλου φιλοσόφου Henri Bergson με τον τίτλο Το Γέλιο: δοκίμιο για τη σημασία του κωμικού (Le Rire: essai sur le signification du comique 1900), αποτελεί την αισθητική του, δηλαδή τη φιλοσοφική ανάλυση της έννοιας του ωραίου μέσα στη φύση ή και την τέχνη. Κεντρικό ερώτημα του παρόντος έργου είναι το ακόλουθο: τι είναι το γέλιο; Ποιος είναι ο σκοπός που επιτελεί; Τι μας κάνει να γελάμε; Αρχικά, παρατηρώντας τις συνθήκες υπό τις οποίες προκαλείται τα γέλιο, ο Bergson διακρίνει ότι κάθε αστείο χαρακτηρίζεται από τρεις θεμελιώδεις ιδιότητες: είναι ανθρώπινο (αναφέρεται σε ανθρώπους ή πράγματα που θυμίζουν ανθρώπινη παρουσία), προϋποθέτει μια (στιγμιαία έστω) αδιαφορία απέναντι στο αντικείμενό του, ενώ αποτελεί πάντα κοινωνικό γεγονός. Σύμφωνα με τον Bergson, πάντα η αιτία του γέλιου είναι κάποιος αυτοματισμός, μια ορισμένη «ακαμψία» που μοιάζει να χαρακτηρίζει την εμφάνιση ή το χαρακτήρα ενός ανθρώπου. Ένα παράδειγμα είναι ο άνθρωπος που βαδίζει αφηρημένος και εξαιτίας αυτής της αφηρημάδας του σκοντάφτει και πέφτει στο δρόμο, ή ένας άλλος άνθρωπος που ξεστομίζει μια άστοχη φράση, ανίκανος να προσαρμοστεί στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Με λίγα λόγια, το κωμικό δεν είναι τίποτε άλλο από τη ανάμειξη ενός σταθερού και παγιωμένου κατά κάποιον τρόπο αυτοματισμού με κάτι το ρέον, ζωντανό και μεταβλητό, μέσα σε μια συγκεκριμένη κατάσταση είτε φυσική (πχ μια αφύσικα μεγάλη μύτη που φαίνεται σαν ψεύτικη) είτε κοινωνική (μια αταίριαστη κοινωνική πρακτική). Ζωντανό επιστρωμένο με μηχανικό: αυτή είναι εξάπαντος η προέλευση του γέλιου. Εξετάζοντας αναλυτικά τις διάφορες επιμέρους εκφάνσεις του κωμικού στο θέατρο (τόσο στο υψηλό όσο και στο ελαφρό) και στην ποίηση, ο Bergson συμπεραίνει ότι ενώ οι τραγωδίες τείνουν να περιπλέκουν και να εξατομικεύουν τις ιδιότητες στους ήρωές τους, οι κωμωδίες τείνουν να τις υπεραπλουστεύουν και να τις υπερτονίζουν. Για παράδειγμα, ένα έργο που τον τίτλο Ο ζηλόφθονος, μας φέρνει περισσότερο στο νου κωμωδία παρά τραγωδία, καθώς οι τραγωδίες τείνουν να συνοψίζονται σε ένα κύριο όνομα (πχ Άμλετ, Μάκβεθ κλπ)

Βασισμένος σε ορισμένα δημοφιλή παιδικά παιχνίδια (πχ τα αυτόματα-μαριονέτες), ο Γάλλος φιλόσοφος υποδεικνύει ότι οι διάφορες κωμικές καταστάσεις στην πραγματικότητα αντλούν την καταγωγή τους σε κωμικές κινήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τις αστείες και πνευματώδεις ατάκες. Επομένως, η ζωντανή ζωή σε συνδυασμό με κάποιου είδους αυτοματισμού αναγνωρίζεται από τον Bergson ως ριζική αιτία του γέλιου, από την οποία προκύπτουν τόσο τα πιο χοντροκομμένα αστεία όσο και οι πιο εκλεπτυσμένες μορφές κωμωδίας. Το ερώτημα όμως είναι: σε τι εξυπηρετεί το γέλιο; Σύμφωνα με τον Γάλλο συγγραφέα, το γέλιο έχει πρωτίστως κοινωνική προέλευση και λειτουργία: στόχο έχει πάντοτε να «τιμωρήσει», κατά μια έννοια, την παρέκκλιση κάποιου ανθρώπου- κατά κανόνα απρόσεκτου, αφηρημένου ή αστόχαστου-από τη ζωντανή και διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα της ζωής. Το κωμικό δεν είναι παρά μια αφηρημάδα ή ακαμψία και το γέλιο είναι η επαναφορά του αυτουργού της στην τάξη, εκ μέρους του κοινωνικού συνόλου. Με αυτόν τον τρόπο ο Bergson εντάσσει το μηχανισμό του γέλιου στην πνευματοκρατική του φιλοσοφία, παράγοντας ένα έργο που επηρέασε σημαντικά την κοινωνία και την εποχή του.

Γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης