Δέκα ασυνήθιστα βιβλία εκλεκτών συγγραφέων που διαφοροποιούνται από τα καθιερωμένα τους.

Βιβλία από μεγάλους λογοτέχνες που διαφοροποιούνται από τα καθιερωμένα τους. Γράμματα, επιστολές συνεντεύξεις, ανάλυση της τέχνης τους από τους ίδιους. Μέσω τέτοιου είδους έργων δίνεται η δυνατότητα στον αναγνώστη να γνωρίσει τους συγγραφείς σφαιρικά. Οι περιγραφές που ακολουθούν είναι βασισμένες στις επίσημες παρουσιάσεις των τίτλων.

 

Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή – Ρίλκε Ράινερ-Μαρία

Τα “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή” πρωτοφάνηκαν στα 1929 με τον τίτλο Briefe an einen jungen Dichter. Ήταν δέκα γράμματα, που ο Rainer Maria Rilke είχε στείλει απ’ τα 1903 ως τα 1908 σε έναν άγνωστο νέο, τον Franz Xaver Kappus, μαθητή της Στρατιωτικής Σχολής κι αργότερα ανθυπολοχαγό του αυτοκρατορικού στρατού της Αυστρουγγαρίας. Όπως ο ποιητής του Βιβλίου των Ωρών, έτσι κι ο Franz Xaver Kappus παράτησε σύντομα το στρατιωτικό στάδιο και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Τα δέκα τούτα γράμματα δίνουν μια σύντομη, αλλά ουσιαστική, εικόνα της “Ποιητικής” του Ρίλκε και, προπάντων, της καλλιτεχνικής “Ηθικής” του.

 

Υπερφυσικός τρόμος στη λογοτεχνία – Λάβκραφτ Χάουαρντ Φίλιπς

Είναι ευτύχημα που ο Χ. Φ. Λάβκραφτ αποφάσισε να γράψει αυτό το δοκίμιο ιστορίας, κριτικής και αισθητικής πάνω στη λογοτεχνία του τρόμου. Όχι μόνο γιατί μας πληροφορεί με σαφήνεια και πληρότητα για τις καταβολές, τους συγγραφείς και την εξέλιξη του λογοτεχνικού είδους, μα, κυρίως επειδή μας υποδεικνύει εκείνους που τον επηρέασαν ή που θαύμαζε, καθώς και τις απόψεις του για ποικίλα θέματα που εμφανίζονται στις ιστορίες του. Αν και δεν αναφέρεται καθόλου στον μεγαλύτερο συγγραφέα τρόμου, τον εαυτό του, μας μιλάει για τη διαμόρφωση της ίδιας της τέχνης του, μέσα από τη μελέτη του έργου συγγραφέων όπως ο Ουόλπολ, ο Στόουκερ, ο Ε. Άλαν Πόε, ο Μάχεν, ο Ντάνσανι, καθιστώντας έτσι πιο κατανοητές για μας τις απαράμιλλες ιστορίες του. Ο Λάβκραφτ που θαυμάζουμε βρίσκεται εδώ!

 

Γράμματα στη Νόρα – Τζέιμς Τζόις

“Δέξου με στην ψυχή της ψυχής σου” ικετεύει ο Τζόυς “και τότε θα γίνω στ’ αλήθεια ο ποιητής της φυλής μου”. Οι επιστολές του Τζέημς Τζόυς προς την ισόβια σύντροφό του και μητέρα των παιδιών του Νόρα Μπάρνακλ είναι ένα συγκινητικό χρονικό του έρωτά τους: χιούμορ, λυρισμός, έξαρση και αμφιβολία, ομολογίες πίστης και εκρήξεις οργής, νυγμοί ζήλιας και παραδοχές συντριβής, θρησκευτικό δέος και όρκοι λατρείας εναλλάσσονται πάνω σ’ έναν σταθερό καμβά υφασμένο από αγωνία για επικοινωνία και πόθο για σωματική και ψυχική ταύτιση.
Θέλει τη Νόρα πηγή έμπνευσης και συνένοχή του, μαθήτριά του και καθοδηγήτριά του, ερωμένη του και εξομολόγο του· επιζητεί τη συνεχή συνομιλία τους, ακόμη κι όταν εκείνη “δεν ακούει”. Τρυφερές, ακραίες, τολμηρές, κάποτε έως και βωμολοχικές, οι επιστολές του μεγάλου συγγραφέα προς την αγαπημένη του αποτυπώνουν ένα δημιουργικό πνεύμα σε συνεχή έξαρση και αποκαλύπτουν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες που τόσο εξαίσια μετουσιώθηκαν στον “Οδυσσέα”.
Πρωτοπόρος του μοντερνισμού, συγγραφέας σπάνιας ρώμης, κατά πολλούς ο κορυφαίος του 20ού αιώνα, ο Τζόυς είναι ο δημιουργός του “Οδυσσέα”, ορόσημου της σύγχρονης λογοτεχνίας, της συλλογής διηγημάτων “Δουβλινέζοι”, των μυθιστορημάτων “Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία” και “Η αγρύπνια των Φίνεγκαν”, καθώς επίσης τριών ποιητικών συλλογών, ενός θεατρικού έργου, πολλών κριτικών και ενδιαφέρουσας επιστολογραφίας.

 

Σεφέρης και Μάρω Αλληλογραφία (1936-1940) – Γιώργος Σεφέρης και Μάρω Σεφέρη.

Στον πρώτο τόμο περιλαμβάνονται τα γράμματα που αντηλλάγησαν κατά την περίοδο της πρώτης γνωριμίας του Γιώργου Σεφέρη με την Μαρώ Λόντου, και της προγαμιαίας σχέσης τους. Από το σύνολο των 175 επιστολών, τα 135 είναι γραμμένα από τον Γιώργο Σεφέρη και τα 40 από την Μαρώ.
Ο επιμελητής της έκδοσης Μιχάλης Ζ. Κοπιδάκης συνεργάστηκε στενά με την Μαρώ Σεφέρη και οι επιστολές συχνά σχολιάζονται και από την ίδια. Το βιβλίο περιλαμβάνει ακόμη πρόλογο του επιμελητή, καθώς και ευρετήρια προσώπων και τοπωνυμίων.

 

Περί Σουρρεαλισμού, Η διάλεξη του 1935 – Ανδρέας Εμπειρίκος

 

Το Σάββατο 19 Ιανουαρίου 1935 η Καθημερινή αναγγέλλει ότι “την προσεχή Παρασκευήν και ώραν 7 1/4 μ.μ. θα δοθή εις την Λέσχην Καλλιτεχνών διάλεξις με ομιλητήν τον κ. Α. Εμπειρίκον και θέμα “Περί Σουρρεαλισμού””. Η περίφημη αυτή διάλεξη, λίγους μήνες πριν από την κυκλοφορία της Υψικαμίνου, είχε χαθεί από τα τέλη της δεκαετίας του ’30 και βρέθηκε πρόσφατα.
Ο Ελύτης παρακολούθησε τη διάλεξη και μας έδωσε τις δικές του εντυπώσεις. “Την άλλη μέρα, έγινε η διάλεξη μπροστά σε μερικούς βλοσυρούς αστούς που άκουγαν, φανερά ενοχλημένοι, ότι εκτός από τον Κονδύλη και τον Τσαλδάρη, υπήρχαν και άλλοι ενδιαφέροντες άνθρωποι στον κόσμο, που τους έλεγαν Φρόυντ ή Μπρετόν. Έλειπαν οι καλοί αγωγοί της θερμότητας, οι νέοι. Παρ’ oλ’ αυτά ο σπόρος είχε πέσει και σε λίγο, μέσα στη χρυσή σκόνη της άνοιξης που έφτανε, άρχισαν να μετεωρίζονται και να στίλβουν παράξενα ονόματα και όροι πρωτάκουστοι: το υποσυνείδητο, η αυτόματη γραφή, το hasard objectif, τα collages, η μέθοδος paranoiaque critique, το merveilleux και τα λοιπά” (Ανοιχτά Χαρτιά). (Από την ιστοσελίδα του εκδότη)

Ο ντανταισμός ήταν μια μεγάλη revolte και αποτελούσε ας πούμε το δυναμικόν μιας επανάστασης, δεν ήταν όμως καθαυτό επανάσταση, ενώ ο Σουρρεαλισμός είναι μια πραγματική επανάσταση πειθαρχημένη, με δράση ανταποκρινόμενη σε πλήρη και αυτοκέφαλη θεωρία και με συνειδητές επιδιώξεις. […] Ιδού ποιος είναι ο πρώτος αντίκτυπος της ενατένισης του νέου κόσμου που ανοίγει μπροστά μας η εφαρμογή του Σουρρεαλισμού. Και όταν λέμε νέος κόσμος εννοούμε στο πνευματικό επίπεδο, κάτι εντελώς ανάλογο με την ανακάλυψη του Κολόμβου, με την διαφορά ότι ο Σουρρεαλισμός με «τον ψυχικό αυτοματισμό του δια του οποίου εκφράζει την αληθινή λειτουργία της σκέψης» είναι ένας τρόπος συνεχούς και κατά βούληση προκαλούμενης ανακάλυψης. Με άλλα λόγια οι Αμερικές του δεν έχουν όρια. Είναι ατελείωτες, άπατες και κυριολεκτικά αχανείς καθώς το ασυνείδητό μας, που υπάρχει μέσα μας και του οποίου την ύπαρξη και το περιεχόμενο δεν γνωρίζουμε. […] Ας μη δυσαρεστηθούν μερικοί στενόμυαλοι επαναστάτες, μα δεν βλέπω για ποιο λόγο πρέπει ν’ αποφεύγουμε τα προβλήματα του έρωτος, του ονείρου, της τρέλλας, της τέχνης και της θρησκείας εφόσον τα εξετάζουμε από την ίδια με εκείνους μοίρα – την Επανάσταση».

 

Πώς φτιάχνονται τα ποιήματα – Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

Αν διαβάσει κανείς προσεχτικά το δοκίμιο “Πώς φτιάχνονται τα ποιήματα” θα δει πως πέρα από την ιστορική στιγμή που καλούνται να υπηρετήσουν τα ποιήματα που οραματίζεται ο Μαγιακόβσκι, οι “συνταγές” είναι στο βάθος ίδιες μ’ αυτές που όλοι οι μεγάλοι ποιητές έχουν δώσει. Η “κοινωνική εντολή” του Μαγιακόβσκι δεν είναι άραγε ο “έρωτας” του Ρίλκε στα “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή;” (“Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο” γράφει ο Ρίλκε.)
Το ποίημα το μετάφρασα ακολουθώντας τις οδηγίες που δίνει ο Μαγιακόβσκι στο δοκίμιο, σαν να το συνέθετα πραγματικά με βάση αυτούς τους κανόνες έχοντας πάντα κατά νου το “στόχο” του ποιήματος. Το δοκίμιο το επεξεργάστηκα με οδηγό το ποίημα. Κι έγινε τούτο το παράξενο: Όταν δεν ήταν σωστές οι αντιστοιχίες που είχα βρει με την ελληνική στιχουργική μέσα στο δοκίμιο, δεν μπορούσα να λύσω τα προβλήματα στο ποίημα κι όταν δεν είχα βρει σωστές λύσεις στο ποίημα, οι προτάσεις στο δοκίμιο έμεναν αυθαίρετες, μετέωρες. Ο διάλογος αυτός ανάμεσα στο ποίημα και το δοκίμιο έγινε με βάση την υποκριτική θέση που πήρα και που ανάφερα στην αρχή. Αν πέτυχε… Όχι, δε θα τελειώσω με το γνωστό μισοκακόμοιρο “Εσείς θα το κρίνετε”. Λέω: Αυτό, μόνο ο Μαγιακόβσκι θα μπορούσε να το κρίνει αν ήταν εδώ κι ήξερε ελληνικά.
Αυτός μόνο θα μπορούσε να βρει, δικαιολογημένη ή όχι την υποκρισία μου. (Μεταφράστρια: Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ Νοέμβρης 1988)

 

Σημειώσεις για τον ορισμό της κουλτούρας – Τ.Σ. Έλιοτ

Το βιβλίο αυτό είναι μια προσπάθεια του Τ. Σ. Έλιοτ να επιστήσει την προσοχή του αναγνώστη γύρω από τις παραδρομές της γλώσσας, και ειδικότερα γύρω από τη χρήση και την έννοια της λέξης “κουλτούρα”, που συνήθως τη χρησιμοποιούμε χωρίς να ερευνούμε το νόημά της. Στην πορεία αυτής της προσπάθειάς του ο συγγραφέας οδηγείται παράλληλα στη διερεύνηση των συνθηκών, χωρίς τις οποίες η πολιτιστική καλλιέργεια δεν μπορεί να αποδώσει καρπούς. Τα περισσότερα από τα θέματα που ερευνά ο Έλιοτ έχουν άμεση σχέση με τα σύγχρονα πολιτιστικά προβλήματα· ο κυριότερος όμως στόχος του είναι ν αποτρέψει τον αναγνώστη να σκεφτεί γύρω από την έννοια της λέξης “κουλτούρα” (και επίσης γύρω από τη λέξη “πολιτισμός”) προτού τη χρησιμοποιήσει.

 

Σημειωματάρια (Πρώτο βιβλίο), Μάιος 1935-Φεβρουάριος 1942 – Αλμπέρ Καμύ

«Πρώτα πρώτα πρέπει να σωπαίνουμε – να καταργούμε το κοινό και να έχουμε το κουράγιο της αυτοκριτικής. Να εξισορροπούμε μια προσεκτική καλλιέργεια του σώματος με την πλήρη συνείδηση της ζωής. Να εγκαταλείπουμε κάθε αξίωση και ν’ αφοσιωνόμαστε σ’ ένα διπλό έργο απελευθέρωσης -ως προς τα χρήματα και ως προς τις ματαιοδοξίες και τις μικροψυχίες μας. Να ζούμε ακολουθώντας τους κανόνες του παιχνιδιού. Δεν είναι υπερβολικά τα δύο χρόνια από μια ολόκληρη ζωή για να σκεφτούμε πάνω σ’ ένα μόνο πράγμα. Πρέπει να εξουδετερώσουμε οριστικά όλες τις προηγούμενες καταστάσεις και να βάλουμε όλη μας τη δύναμη, πρωτίστως για να μην ξεμάθουμε τίποτα, κατόπιν για να μάθουμε υπομονετικά».
Ο Αλμπέρ Καμύ αντιμέτωπος τόσο με τον κόσμο όσο και με τον εαυτό του. Με περιέργεια για όλους και για όλα, διηγείται ένα συμβάν, “πιάνει” μια αίσθηση, αποτυπώνει -για να επιστρέψει αργότερα σε αυτές- ιδέες και μνείες. Οι σημειώσεις αφορούν τα παιδικά του χρόνια, αρχικά, τα αναγνώσματά του εκείνης της εποχής. Τις σκέψεις, κατόπιν, που θα πλέξουν τα θέματα από όπου θ’ αναδυθούν ο “Ευτυχισμένος θάνατος”, ύστερα ο “Ξένος”, αποσπάσματα του “Μύθου του Σισύφου” και της “Πανούκλας”, που προαναγγέλλουν τον “Επαναστατημένο άνθρωπο”. Τα “Σημειωματάρια” μας μισανοίγουν την πόρτα της εσωτερικής ζωής του Καμύ, σε μια ατμόσφαιρα οικειότητας που φωτίζει το έργο του, ενώ αποτελούν, παράλληλα, μια θαυμαστή μαρτυρία για τη σχέση του με τον κόσμο.

 

Συνάντηση – Μίλαν Κούντερα

Στη Συνάντηση, άλλο ένα δοκίμιο γραμμένο σαν συναρπαστικό μυθιστόρημα, ο Κούντερα χτίζει το δικό του Πάνθεον, όπου συναντιούνται, όπως σημειώνει, οι σκέψεις του και οι αναμνήσεις του, τα παλιά υπαρξιακά και αισθητικά θέματά του και οι παλιοί του έρωτες, ο Ραμπελαί, ο Γιάνατσεκ, ο Φελίνι, ο Μαλαπάρτε…

“Σκέφτομαι και τον Σολζενίτσιν. Αυτός ο μεγάλος άνδρας ήταν άραγε μεγάλος μυθιστοριογράφος; Πού να ξέρω; Δεν άνοιξα ποτέ κανένα του βιβλίο. Οι ηχηρές δημόσιες τοποθετήσεις του (τις οποίες χειροκροτούσα για το σθένος τους) με έκαναν να πιστεύω ότι γνώριζα εκ των προτέρων όλα όσα είχε πει”. Τα παραπάνω, αν δεν τα είχε πει ο Μίλαν Κούντερα, θα τα θωρούσαμε ευφυολογήματα ενός σνομπ. Γραμμένα όμως από έναν άνθρωπο τόσο μοναχικό, που οι δημόσιες εμφανίσεις του είναι σπάνιες, που όταν ταξιδεύει από το Παρίσι, όπου ζει, στην Πράγα δεν το μαθαίνει κανείς, είναι αποκαλυπτικά. Ο συγγραφέας Κούντερα ζει μέσα στον κόσμο όπου τα βιώματά του είναι προεκτάσεις τού διαλόγου του με την τέχνη των άλλων, η οποία γονιμοποιεί και τη δική του. Το βιβλίο του Συνάντηση περιέχει μια σειρά από μικρά δοκίμια, για μυθιστοριογράφους κυρίως και μουσικούς, και συμπληρώνει εκείνη τη θαυμάσια Τέχνη του μυθιστορήματος.
Ο Κούντερα είναι σήμερα ο σημαντικότερος εν ζωή συγγραφέας που προέρχεται από την Κεντρική Ευρώπη. Όλο του το έργο το διατρέχει ένα υπόγειο ρεύμα όπου καθρεφτίζονται η γαλατική ευφυΐα και η κεντροευρωπαϊκή σοβαρότητα. Ενας τέτοιος πεζογράφος επόμενο ήταν να μας δώσει και δοκιμιακό έργο πρώτης γραμμής. Θα έλεγα μάλιστα ότι τα δοκίμιά του, για να θυμηθώ τον Μπρόντσκι – και παραφράζοντας τον Κλαούζεβιτς-, είναι η συνέχεια της πεζογραφίας του με άλλα μέσα. (Αναστάσης Βιστωνίτης, Το Βήμα, 25/7/2010)

 

Ποιητική. Θεωρία και Τεχνική – Η φιλοσοφία της Σύνθεσης – Ο Λογισμός του Στίχου – Η Ποιητική Αρχή – Έντγκαρ Άλλαν Πόε

Συχνά σκέφτομαι, πόσο ενδιαφέρον θα ήταν ένα περιοδικό, εάν ο συντάκτης του έδινε – θέλω να πω, εάν μπορούσε να δώσει – λεπτομερώς, και βήμα προς βήμα, τη διαδικασία εκείνη μέσω της οποίας η οποιαδήποτε σύνθεσή του θα έφτανε στον απόλυτο βαθμό ολοκλήρωσης. Το λόγο που ένα τέτοιο έντυπο δεν έχει ακόμη εκδοθεί, δεν μπορώ με βεβαιότητα να εκφράσω – ίσως όμως, περισσότερο να οφείλεται σε καθαρή παράλειψη. Η πλειονότητα των συγγραφέων, και ειδικότερα των ποιητών – προτιμά κατά τη σύνθεση ένα είδος εκλεπτυσμένης φρενίτιδας, μια εκστατική διαίσθηση, και διακατέχεται από τρόμο στην ιδέα να αφήσει το κοινό να ρίξει μια ματιά πίσω από τα σκηνικά, στις εξονυχιστικές και αμφιταλαντευόμενες ωμότητες της σκέψης – στις πραγματικές επιδιώξεις που δράττονται μόνο την ύστατη στιγμή – στις αναρίθμητες φευγαλέες ιδέες που δεν καταλήγουν στην πλήρη ωριμότητα του σκοπού – στις υπερώριμες χίμαιρες που πάνω στην απόγνωση αποβάλλονται ως ανυπάκουες – στις προσεκτικές επιλογές και τις απορρίψεις – στις οδυνηρές διαγραφές και τις παρεμβάσεις – με δυο λόγια, στους τροχούς και τα γρανάζια – στις τροχαλίες της αλλαγής σκηνικών – στις σκαλωσιές και τις καταπακτές – στα πλουμιστά φτερά, την κόκκινη μπογιά και τα μαύρα μπαλώματα που ενενήντα-εννέα στις εκατό περιπτώσεις συνιστούν την ιδιοκτησία του λογοτεχνικού θιάσου.

 

 

Πηγή: politeianet.gr