Λίγο από Εμπειρίκο, για να πάει η μέρα μας καλά!

Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες.

Όταν τα ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό, τι κι αν τύχει.

Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό, τι ποθώ.

(Ενδοχώρα, Πουλιά του Προύθου, 1945)

 

Ω υπερωκεάνιον τραγουδάς και πλέχεις
Άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες
Διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων
Εσύ που αγάπησες τις μακρινές σποράδες
Εσύ που σήκωσες τα πιο ψηλά μπαϊράκια
Εσύ που πλέχεις ξεκάθαρρα στις πιο επικίνδυνες σπηλιάδες
Χαίρε που αφέθηκες να γοητευθής απ’ τις σειρήνες
Χαίρε που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες.

(Ενδοχώρα, Στροφές Στροφάλλων, 1935-6)

 

Ο ειρμός του ποταμού διεκόπη. Η συνοχή όμως του τοπίου είταν τόση που και ο ποταμός κυλούσε.

(Υψικάμινος, Θρυλικόν ανάκλιντρον, 1935) Εμπειρίκος Ανδρέας.