“Σήκω και δώσε μου κρασί τα λόγια είναι χαμένα” Ποιος είναι ο Ομάρ Καγιάμ;

Ο Ομάρ Καγιάμ (Γκιιάτ αντ-Ντιν Αμπούλ-Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ αλ-Χαγιάμ Νισαπουρί) γεννήθηκε στο Νισαπούρ της Περσίας το 1048 κι έζησε μέχρι μέχρι το 1131 όντας φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και ποιητής. Έχει γράψει μια από τις σημαντικότερες μελέτες Άλγεβρας και έχει συμβάλει στη μεταρρύθμιση του ημερολογίου. Έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή το έργο του στον μετέπειτα κόσμο και κυρίως στους λογοτεχνικούς κύκλους, φιλοσοφικούς και μαθηματικούς κύκλους.

Εστιάζοντας στην ποίησή του ο Καγιάμ λέγεται ότι έχει γράψει χίλια τετράστιχα. Ή αλλιώς: Ρουμπαγιάτ, όπως ονομάζεται το περσικό τετράστιχο. Ο Έντουαρντ Φίτζεραλντ (1809-1883) έκανε μια από τις πιο γνωστές μεταφράσεις στα αγγλικά των Ρουμπαγιάτ του Καγιάμ, αν κι έχουν μεταφραστεί και σε πολλές άλλες γλώσσες. Άλλοι θεωρούν ότι μέσα από τα τετράστιχά του που υμνεί απολαύσεις όπως το κρασί και τις γυναίκες εκφράζει τους φιλοσοφικούς του προβληματισμούς και άλλοι θεωρούν την ποίησή του αιρετική ή ότι προβάλλει μυστικιστικά νοήματα. Όλα αυτά φυσικά μέσα στο περιβάλλον στο οποίο διαμορφώθηκε η ποίησή του. Σήμερα, θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς ποιητές παγκοσμίως. Ακολουθεί ένα Ρουμπαγιάτ του ποιητή:

Όμοια γι’ αυτούς πού για το Σήμερα φροντίζουν,
μα και γι’ αυτούς πού κάποιο Αύριο ατενίζουν

κράζει ο μουεζίνης απ’ τό Σκοτεινό Πυργί :
«Τρελοί ! η αμοιβή σας δεν είν’ ούτε Εδώ ούτ’ Εκεί».

Μια υπέροχη απόδοση για “Τρία Ρουμπαγιάτ” του Ομάρ Καγιάμ είναι το ομώνυμο τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου που το βρίσκουμε στο άλμπουμ “Αγία Νοσταλγία” του 1993.

Σήκω και δώσε μου κρασί τα λόγια είναι χαμένα
απόψε το χειλάκι σου θα ‘ναι το παν για μένα
κι όσο για τα ταξίματα και για τα κρίματά μου
τα βλέπω σαν τα κατσαρά μαλλιά σου μπερδεμένα

Για ‘κείνα που δεν έκανα και που ‘χω καμωμένα
αν έχω τη ζωή σωστά είτε στραβά παρμένα
αυτό θα ‘ν’ το μαράζι μου κρασί λοιπόν, ποιος ξέρει
μη βγαίνει τούτ’ η αναπνοή στερνή φορά από μένα

Όταν θελήσει η μοίρα μου τον κόσμο αυτό ν’ αφήσω
και κάθ’ ελπίδα για ζωή απ’ την καρδιά μου σβήσω
μια κούπα από τη στάχτη μου να φτιάξετε συντρόφοι
σαν θα γεμίζει με κρασί μπορεί να ξαναζήσω