“…Τα ίδια της τα πόδια την πατούν…” Ο Καίσαρας Βαλιέχο

Ποίημα για να διαβαστεί και να τραγουδηθεί

“Ξέρω πως υπάρχει μια περσόνα
που με ψάχνει στo χέρι της, μέρα-νύχτα
και με συναντά, κάθε λεπτό, στα παπούτσια της.
Αγνοεί πως η νύχτα είναι θαμμένη
με σπιρούνια πίσω απ’ την κουζίνα;

Ξέρω πως υπάρχει μια περσόνα που αποτελείται από τα μέρη μου,
την οποία καθιστώ ακέραια όταν η μέση μου
καβαλά την ακριβολογική μικρή πέτρα της
Δεν ξέρει ότι το νόμισμα
που έχει πάνω χαραγμένη την μορφή της δεν θα επιστραφεί στο κομπόδεμά της;

Ξέρω τη μέρα,
αλλά μου έχει διαφύγει ο ήλιος·
Ξέρω την οικουμενική πράξη που επιτέλεσε στο κρεβάτι της
με ξένο θάρρος και μ’ αυτό το χλιαρό νερό, του οποίου
η επιφανειακή συχνότητα είναι ένα ορυχείο.
Είναι τόσο μικρή, ίσως, αυτή η περσόνα,
που ακόμα και τα ίδια της τα πόδια την πατούν;

Ένας γάτος είναι το όριο ανάμεσα σε μένα και σ’ αυτή
στην άκρη ακριβώς της κούπας του νερού του
Την βλέπω στις γωνιές του δρόμου, το πέπλο της
να ανοίγει και να κλείνει, πρώην φοινικιά ερωτηματική…
Τι μπορεί να κάνει παρά να αλλάξει κλάμμα;

Αλλά με ψάχνει και με ψάχνει. Τι ιστορία!

Σέσαρ Βαγιέχο (César Abraham Vallejo Mendoza, 16 Μαρτίου1892 – 15 Απριλίου 1938)

Διάφανος

“Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκα
σαν ξένος, σαν ξενάκι, σαν πάντα ξένος
κι ήρθε και κατακάθησε πάνω μου σαν σεντόνι
όλη της γης η σκόνη,
όλη της γης η σκόνη…

Ήρθε με τη σειρά της κι η μαύρη θάλασσα
έφερε ένα καράβι ακυβέρνητο
ανέβηκα σαν άνεμος, ανέβηκα σαν κλέφτης
το ψέμα δεν το βλέπεις,
το ψέμα δεν το βλέπεις…
Στην πλώρη ακουμπισμένος, ένας διάφανος
τα κόκκαλα μετράει, μένει άφωνος
τρώει την πέτρα σαν ψωμί, ο Καίσαρας Βαλιέχο
άλλο αδερφό δεν έχω,
άλλο αδερφό δεν έχω…
Σπιθίζει το τσιγάρο σε κάθε ρουφηξιά
η Ισπανία γέρνει, κι η μόνη που νικά
η ηδονή που μας γεννά, που παίζει το χαρτί μας,
χωρίς τη θέλησή μας,
χωρίς τη θέλησή μας…

Στου δειλινού την άκρη, δε βλέπεις όνειρα
αυτά που γίναν βλέπεις και τα επόμενα
βλέπεις τον άνθρωπο μικρό, που τον πατάν στ’ αλήθεια
τα πόδια του τα ίδια,
τα πόδια του τα ίδια…”

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Ο “Διάφανος” εμπνεύστηκε από τον μεγάλο Περουβιανό ποιητή, Σεζάρ Βαλιέχο. Η ζωή και ο θάνατος του Βαλιέχο είναι ταυτισμένη με τον Πάμπλο Νερούδα, οπού και οι δύο εμπνεύστηκαν και ενέπνευσαν την επανάσταση στην Λατινική Αμερική, μίλησαν και έγραψαν για τον ανθρώπινο πόνο, την πείνα και στις κατουχίες. Η ζωή του Βαλιέχο στιγματίστηκε από πολύ νωρίς με ένα αγώνα επιβίωσης σε εργοστάσια και ανθρακωρυχεία όπου γνώρισε την καταπίεση και τάχθηκε στην ταξική πάλη. Κοντά στα 30 φυλακίζεται για 4 μήνες για την υποτιθέμενη υποκίνηση μιας εξέγερσης και εμπρησμού. Η επανάσταση καθρεφτίζεται και στην δομή των γραπτών του. Όπως έχει γράψει ο Ντίνος Σιώτης στο Βήμα το 2001, “ο Βαλιέχο υπήρξε πρωτοπόρος γιατί έγραψε σουρεαλιστική ποίηση πριν από τους σουρεαλιστές, ασχολήθηκε με την αυτόματη γραφή πριν από τον Μπρετόν, έγραψε μοντέρνα ταυτόχρονα με τους μοντερνιστές και έγραψε ποίηση αποδομητική προτού ανακαλυφθεί ο όρος. Υπήρξε ένας κινηματίας της ποίησης πολύ προτού γεννηθούν τα ποιητικά ευρωπαϊκά κινήματα. Και για τον λόγο αυτόν η προσφορά του στο ποιητικό στερέωμα είναι μοναδική και ανεκτίμητη.”.
Ίσως για αυτό ο Μάλαμας τραγουδάει τους στίχους “άλλο αδελφό δεν έχω..”
Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου αναφέρει πως έγραψε το τραγούδι μετά από την ανάγνωση του ποιήματος “Poema para ser leído y cantado” που σημαίνει “Ποίημα για να διαβαστεί και να τραγουδηθεί”.

Άφησε την τελευταία του πνοή ύστερα από μια ραγδαία εξέλιξη αδιευκρίνιστης νόσου. Μέσα Μαρτίου ξεκίνησαν τα συμπτώματα, 15 Απριλίου του 1938 είχε πεθάνει.
Η γυναίκα του Ζορζέτ τον αποχαιρέτησε στο κοιμητήριο Μονρούζ, μέχρι να έρθει το 1970 και να τον μεταφέρει στο Μονπαρνάς. Επάνω στον τάφο του έγραψε:
“Φτυάρισα πολύ χιόνι για σένα, ώστε να μπορείς να κοιμηθείς”