Στους αιώνες των αιώνων της τέχνης.

“Μια μέρα χωρίς γέλιο, είναι μια μέρα χαμένη.”

A day without laughter is a day wasted.
Charles Spencer “Charlie” Chaplin
, 16 Απριλίου 1889 − 25 Δεκεμβρίου 1977)

Ο Τσάρλι Τσάπλιν, γνωστός σε όλους ως ο “Σαρλό” του βουβού κινηματογράφου, υπήρξε πρωταγωνιστής όχι μόνο πίσω από τη κλακέτα, αλλά στην ίδια τη ζωή.

Ως ηθοποιός, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και συνθέτης της μουσικής των ταινιών του, γνώρισε σταδιακά μεγάλη επιτυχία και ανταπόκριση από τον κόσμο που αγκάλιασε το έργο του. Τα πράγματα όμως δεν ήταν ρόδινα από την αρχή. Ο Τσάρλι γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 16 Απριλίου του 1889, από γονείς καλλιτέχνες των μιούζικ χόλ και καμπαρέ της εποχής. Αυτομάτως μεταφερόμαστε σε μια οικογένεια με άθλιες συνθήκες διαβίωσης, καθώς ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και τον εγκατέλειψε ένα χρόνο μετά τη γέννηση του, αφήνοντας τον με την μητέρα του και τον μεγαλύτερο αδερφό του, Σίντνεϊ, που είχε γεννηθεί εκτός γάμου. Πολύ σύντομα η μητέρα του, Χάνα, εμφάνισε προβλήματα υγείας και άφησε την καριέρα της στον καλλιτεχνικό χώρο. Αναγκάστηκε να εργαστεί ως ράφτρα για να μεγαλώσει τα παιδιά της, όμως πολύ σύντομα κλείστηκε σε άσυλο φτωχών, με αποτέλεσμα ο Τσάρλι Τσάπλιν να μπει σε ένα σχολείο για ορφανά και εγκατελελειμμένα παιδιά. Ακολούθησε η εισαγωγή της Χάνα σε νοσοκομείο φρενοβλαβών και η επιμέλεια των παιδιών ήρθε στα χέρια του πατέρα, ο οποίος συνέχιζε να πίνει και τα παιδιά να μεγαλώνουν υπό την επίβλεψη της ερωμένης του. Δεν άργησε να έρθει ο θάνατος του πατέρα τους, σε ηλικία 37 ετών από το αλκοόλ και άλλες ασθένειες και τα παιδιά προσωρινά επέστρεψαν στη μητέρα τους, που βγήκε από το φρενοκομείο. Πολύ σύντομα όμως η Χάνα ξαναμπήκε στο άσυλο και έτσι ο Τσάρλι έμεινε με τον μεγάλο του αδερφό σε κάποιο διαμέρισμα.

Ο καθρέφτης είναι ο καλύτερός μου φίλος, γιατί όταν κλαίω, δεν γελάει ποτέ.

Ο Τσάρλι Τσάπλιν δεν έχασε ποτέ την όρεξη του για δημιουργία, για πρόοδο σε ένα χώρο που μόνο εύκολες δεν ήταν οι συνθήκες. Αγωνίστηκε και έχτισε μια καριέρα ισάξια για να τον αφήσει γνωστό στους αιώνες των αιώνων της τέχνης. Δειλά και σταδιακά ξεκίνησε συμμετέχοντας σε διάφορους παιδικούς θιάσους και αργότερα σε μεγαλύτερους όπου ταξίδεψε με περιοδίες στην Αμερική. Αυτό εξασφάλισε μια θέση σε ένα καλύτερο ίδρυμα για τη μητέρα του, καθώς ήταν το πρώτο πράγμα που φρόντισε ο Τσαρλι επιστρέφοντας στο Λονδίνο. Ύστερα έφυγε πάλι για την Αμερική όπου και παρέμεινε πολλά χρόνια.

Πάντα μ’ αρέσει να περπατώ στη βροχή, έτσι κανένας δεν μπορεί να με δει που κλαίω.

Σε αυτή τη φάση της ζωής του ο μεγάλος πρωταγωνιστής ξεκίνησε να υπογράφει τα πρώτα συμβόλαια με κινηματογραφικές εταιρίες, αρχικά για ελάχιστα χρήματα, μα σταδιακά οι οικονομικές του συμφωνίες όλο και αυξάνονταν. Έχει πολύ ενδιαφέρον να γνωρίσουμε τον Τσάρλι Τσάπλιν μέσα από τις ταινίες του, καθώς είτε ελαφρά, είτε σκληρά και καυστικά, ο μεγαλύτερος κωμικός της ιστορίας, περνούσε μηνύματα στο φιλοθεάμον κοινο, γεγονός φυσικά που δεν περνούσε απαρατήρητο και ενώ οι ταινίες του έσπαγαν ταμεία ανά τον κόσμο, πολλοί αιθουσάρχες στην Αμερική αρνούνταν να τις προβάλλουν.

Το βασικό γνώρισμα του μεγάλου ηθοποιού είναι ότι του αρέσει πολύ ο εαυτός του όταν παίζει έναν ρόλο.”


  • Τον Ιανουάριο του 1914 έπαιξε στην ταινία “Για να κερδίσει το ψωμί του” στην οποία υποδύθηκε έναν απατεώνα με κοστούμι λόρδου. Γύρισε συνολικά 35 ταινίες μικρού μήκους στις οποίες ήταν κυρίως ο παραβάτης των κανόνων, έτοιμος πάντα για καυγά και υπέρ του δέοντος ερωτύλος. Στις ταινίες αυτές ο Τσάπλιν άρχισε να διαμορφώνει τη φιγούρα του Σαρλό με το στενό σακάκι, το μικρό καπέλο, το χαρακτηριστικό μουστάκι, το βάδισμα του πιγκουίνου κ.ά. Στην ίδια εταιρία για πρώτη φορά δοκίμασε την τύχη του στη σκηνοθεσία στην ταινία “Πιασμένος σε καμπαρέ. “

  • Στις αρχές του 1915 ο Τσάπλιν κατάφερε την κατοχύρωση της πλήρους καλλιτεχνικής του ελευθερίας. Γύρισε 15 ταινίες μεταξύ των οποίων “Ο αλήτης“, όπου και καθιέρωσε τη φιγούρα του περιπλανώμενου ανέργου. Στον “Αλήτη” εμφανίζεται για πρώτη φορά και ένα ακόμη στοιχείο που θα επαναληφθεί και σε άλλες ταινίες του Τσάπλιν: ο ήρωας παρεξηγεί τη φιλία της “αγαπημένης” του, πιστεύοντας πως είναι ερωτευμένη μαζί του, για να εξαφανιστεί διακριτικά στο τέλος, όταν εμφανίζεται αυτός που εκείνη πραγματικά αγαπά. Στις ταινίες αυτές, παρτενέρ του ήταν η Έντνα Περβάιανς, πρώτη μούσα και ερωμένη του Τσάπλιν.

Το μόνο που χρειάζομαι για να κάνω μια κωμωδία είναι ένα πάρκο, ένας αστυνόμος και ένα ωραίο κορίτσι.

  • Το Φεβρουάριο του 1916 εώς το καλοκαίρι του 1917, ο Τσάρλι Τσάπλιν γύρισε μεταξύ άλλων τις ταινίες “Ο μετανάστης”, “Ο ενεχυροδανειστής“, “Ο τυχοδιώκτης“, “Το πατινάζ“, “Η θεραπεία“, “Ήσυχος δρόμος” κ.ά. Στις ταινίες αυτές, που τις χαρακτηρίζουν οι τρελές καταδιώξεις μέσα σε περιορισμένο χώρο, τελειοποιεί την τεχνική της παντομίμας, τις χορευτικές του ικανότητες και τα διάφορα γκαγκ. Κυρίως όμως οι ταινίες του δεν περιορίζονται πλέον στο κωμικό στοιχείο, αλλά επιπλέον σχολιάζουν διάφορα κοινωνικά προβλήματα, όπως π.χ. “ο Μετανάστης” στην οποία ο Τσάπλιν έθιξε το θέμα των μεταναστών που ταξίδευαν υπό άθλιες συνθήκες.

” Αυτός ο κόσμος είναι αμείλικτος και πρέπει να είναι κανείς αμείλικτος για να αντεπεξέλθει.”

  • Τον Αύγουστο του 1920 ο Τσάπλιν ολοκλήρωσε “το Χαμίνι“, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, που στοίχισε 300.000 δολάρια και μολονότι δεν προσέλκυσε αρχικά το ενδιαφέρον των διανομέων στην Αμερική, είχε μεγάλη επιτυχία σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην ταινία, που συνδυάζει τη σάτιρα με το τραγικό στοιχείο, είναι έντονες οι μνήμες από τη δύσκολη παιδική ηλικία του Τσάπλιν.

  • Το 1925 γύρισε τον “Χρυσοθήρα“, ταινία που συγκαταλέγεται στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, που κόστισε 650.000 και απέφερε περισσότερα από 5.000.000 δολάρια. Και εδώ συνυπάρχει το τραγικό με το κωμικό στοιχείο, αλλά και η σουρεαλιστική τρέλα και η περιπέτεια. 

  • Τρία χρόνια αργότερα ακολούθησε το “Τσίρκο“, στο οποίο ο ήρωας αποτυγχάνει ως επαγγελματίας κλόουν μπροστά στους θεατές, αλλά προκαλεί το γέλιο ως Σαρλό, στην καθημερινή του ζωή. Το Τσίρκο συνέπεσε με την προβολή της πρώτης ταινίας με ήχο (“Τραγουδιστής της τζαζ“) και ο Τσάπλιν, αν και είχε δηλώσει ότι σιχαίνεται τις ομιλούσες ταινίες καθώς εξαφανίζουν την μεγάλη ομορφιά της σιωπής, επένδυσε μουσικά (συνέθεσε ο ίδιος την μουσική) και έκανε επιλεκτική χρήση των ήχων στην επόμενη ταινία του “Τα φώτα της πόλης”). Το 1936 γύρισε τους “Μοντέρνους καιρούς”, την ταινία στην οποία εμφανίστηκε για τελευταία φορά ως Σαρλό.

Οι κινηματογραφικές ταινίες χρειάζονται ήχο, όσο οι συμφωνίες του Μπετόβεν χρειάζονται στίχο.

  •   Η πρώτη μη βωβή ταινία, “Ο Μεγάλος Δικτάτωρ” (1940), ήταν μια περιφρόνηση εναντίον του Ναζισμού. Γυρίστηκε και κυκλοφόρησε στην Αμερική ένα χρόνο πριν την εμπλοκή της στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Τσάπλιν υποδυόταν το ρόλο του Άντενοϊντ Χίνκελ, δικτάτορα της Τομανίας, χαρακτήρα βασισμένο στον Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος ήταν μικρότερος από τον Τσάπλιν μόνο 4 ημέρες. Η ταινία εκλήφθηκε ως μια πράξη θάρρους και ανδρείας στο πολιτικό περιβάλλον της τότε εποχής, κυρίως για τον εξευτελισμό του Ναζισμού και για την απεικόνιση των Εβραϊκών χαρακτήρων και της δίωξής τους. Εκτός από το ρόλο του Χίνκελ, ο Τσάπλιν έπαιξε επίσης το ρόλο ενός Εβραίου κουρέα, ο οποίος διώκεται από το καθεστώς, ενώ παράλληλα έχει εκπληκτική ομοιότητα με τον Χίνκελ. Ουσιαστικά, ο ρόλος του κουρέα απεικόνιζε τον χαρακτήρα του “Αλήτη”. Στο τέλος, οι δύο χαρακτήρες που υποδύεται ο Τσάπλιν, μέσα από μια σύνθετη πλοκή ανταλλάζουν θέσεις, και ο κουρέας αποβάλλει την κωμική περσόνα για να βγάλει, απευθυνόμενος στον θεατή, έναν εξαιρετικό λόγο στον οποίο καταγγέλλει τη δικτατορία, την απληστία, το μίσος και τη μισαλλοδοξία, εξαίροντας την ελευθερία και την ανθρώπινη αδελφοσύνη. Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερου Σεναρίου και Καλύτερου A΄ Ανδρικού Ρόλου.
  • Το 1947, μέσα σε ένα έντονα αρνητικό κλίμα για τον ίδιο, και ενώ διάφοροι συντηρητικοί πολιτικοί ζητούσαν την απέλασή του, γύρισε την ταινία “Ο Κύριος Βερντού“. Αν και την υπόθεση της ταινίας ο Τσάπλιν την εμπνεύστηκε από τον Λαντρί, έναν Γάλλο δολοφόνο πλούσιων κυριών, ήταν φανερό ότι η ταινία στόχευε σε αρνητικές πλευρές της αμερικανικής κοινωνίας. Ιδιοκτήτες κινηματογραφικών αιθουσών δέχτηκαν πιέσεις για να μην προβάλλουν την ταινία η οποία τελικά είχε παταγώδη εμπορική αποτυχία. Αντίθετα, η ταινία “Τα Φώτα της ράμπας“, μια ταινία πάνω στα γηρατειά και τον θάνατο, που ολοκληρώθηκε πέντε χρόνια αργότερα, είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, εκτός όμως Αμερικής, όπου και πάλι πολλοί αιθουσάρχες δεν πρόβαλλαν την ταινία.

Η ζωή είναι τραγωδία σε κοντινό πλάνο, αλλά κωμωδία σε μακρινό πλάνο.

Ο Τσάρλι Τσάπλιν υπήρξε ένας άνθρωπος χαρισματικός, γεμάτος ενέργεια, δοτικός και αισιόδοξος. Έφυγε από τη ζωή στις 25 Δεκεμβρίου του 1977, σε ηλικλια 88 ετών από φυσικά αίτια. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές και απέκτησε έντεκα παιδιά. Παρέλαβε το ειδικό Τιμητικό Όσκαρ για τη συνεισφορά του στην έβδομη τέχνη, κερδίζοντας το μεγαλύτερο σε διάρκεια χειροκρότημα της ιστορίας των βραβείων. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει δέκατο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.

“Η ζωή σε περιγελά όταν είσαι δυστυχισμένος. Η ζωή σου χαμογελά όταν είσαι ευτυχισμένος. Αλλά η ζωή σου υποκλίνεται όταν κάνεις άλλους ευτυχισμένους.

Πίστευε πως μια μέρα χωρίς γέλιο, είναι χαμένη μέρα. Πίστευε πως η ζωή σου χαμογελά, όταν είσαι ευτυχισμένος. Πίστευε πως η καλοσύνη και η ευγένεια, είναι πιο χρήσιμες από την εξυπνάδα. Πίστευε πως η αγάπη είναι αρκετή για να τα κάνεις όλα.

Ο χρόνος είναι ο καλύτερος συγγραφέας. Πάντα γράφει το τέλειο τέλος.