Πάμπλο Πικάσο. Μια πτυχή του εαυτού του λιγότερο γνωστή

“Εδώ και πολύ καιρό πάψαμε να υποστηρίζουμε πως παριστάνουμε τα πράγματα όπως τα βλέπουμε. Ήταν μια οφθαλμαπάτη που δεν υπάρχει λόγος να την επιδιώκουμε. Δε θέλουμε να αποτυπώσουμε στον μουσαμά τη φανταστική εντύπωση μιας φευγαλέας στιγμής (…) Γιατί να μην είμαστε συνεπείς ώστε να αποδεχθούμε το γεγονός πως ο πραγματικός σκοπός μας είναι περισσότερο να κατασκευάσουμε παρά να αντιγράψουμε κάτι; Όταν σκεφτόμαστε ένα βιολί π.χ., δεν εμφανίζεται μπροστά στα μάτια του νου μας όπως θα το βλέπαμε με τα φυσικά μας μάτια. Μπορούμε -και αυτό να κάνουμε-να σκεφτούμε τις διάφορες όψεις του την ίδια στιγμή”

Ήταν μια υπόθεση του E.H. Gombrich από το “Χρονικό της Τέχνης” για το πώς θα σκέφτονταν ο Πικάσο με τους συνοδοιπόρους του στη ζωγραφική.

Ο Πάμπλο Πικάσο, ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, ποιητής, σκηνογράφος και δραματουργός. γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας, σαν σήμερα  στις 25 Οκτωβρίου του 1881 κι έζησε ως τις 8 Απριλίου του 1973. Ο πατέρας του, Χοσέ Ρουίθ ι Μπλάσκο που ήταν ζωγράφος, το 1895 έγινε καθηγητής στην ακαδημία καλών τεχνών La Lonja της Βαρκελώνης, όπου εισήχθη με επιτυχία ο Πάμπλο Πικάσο για σπουδές. Συνέχισε στην Βασιλική Ακαδημία Σαν Φερνάντο της Μαδρίτης για ανώτερες σπουδές, αλλά τις εγκατέλειψε στο πρώτο έτος, ψάχνοντας την αληθινή ζωγραφική στα καφενεία, στους δρόμους, στα πορνεία και στο Πράδο. Στα πρώτα του έργα υπέγραφε με το όνομά του Ρουίθ Μπλάσκο, αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το Πικάσο που ήταν το όνομα της μητέρας του. (Μαρία Πικάσο για Λόπεθ) Ίδρυσε τον Κυβισμό μαζί με τον Ζωρζ Μπρακ του οποίου ήταν εκφραστής με τα έργα του και ήταν ενταγμένος στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Από το 1900 και μετά εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτη του Παρισιού, όπου ήταν η καρδιά της τέχνης της εποχής του. Ένα από τα πιο σημαντικά του έργα είναι η Γκερνίκα που σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Πράδο στη Μαδρίτη και αποτυπώνει τη φρίκη του πολέμου.

Μια πτυχή του εαυτού του, λιγότερο γνωστή, ήταν η αγάπη που είχε στην ποίηση καθώς έλεγε “Je suis aussi un poète”, δηλαδή “είμαι κι εγώ ένας ποιητής. Ένα από τα ποιήματα του που λέγεται “Goodbye” παρατίθεται παρακάτω:

I was thrown away to fend for myself in the stars unknown. Yet, there is no light there. You promised that eternity would not tear us apart. Yet, here I am, uncared for. I wanted to share my being with you. Yet, time after time, you refused me. Maybe I need you too much. Maybe you are my survival. I don’t know why I still want you.

The light of the full moon is dull, for your face is not there to emphasise it. The glory of the sun is gone in waste, for you are not there to reflect it. You say it is only a matter of time. I ask, what is time? What is meaning in this world now.

Oh lonliness, come hither, I am your only friend. Let’s walk together for we are both lonely. You didn’t want me, you didn’t explain to me. Hmpf! My stupidity in thinking I was the luckiest. One tight hug is all I need, so it seems.

I stood and suffered for something that did not exist with me in substance- You! You’ve carved a craving in me that is too deep to let go. 

This slideshow requires JavaScript.

Πηγές: poemhunter.com / βικιπαιδεία / “Το χρονκό της Τέχνης” του E.H. Gombrich, Εκδόσεις: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.