Σεφέρης & Ελύτης: Τα λόγια τους κατά την απονομή του Νόμπελ

Οδυσσέας Ελύτης και Γιώργος Σεφέρης. Δύο Έλληνες ποιητές που έχουν τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, και θεωρούνται ακόμα και σήμερα σπουδαίοι ποιητές. Έχουν κληροδοτήσει ένα μεγαλόπνοο έργο στους λογοτεχνικούς κύκλους και τα ποίηματά τους διαβάζονται και συγκινούν γενιές ολόκληρες.

Η στιγμή που αποδέχθηκαν το βραβείο τους από τη Σουηδική Ακαδημία ήταν σπουδαία, όπως και τα λόγια τους εκείνη την ημέρα. Ας θυμηθούμε αποσπάσματα από τις συγκλονιστικές ομιλίες τους…

Ο διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1963. Το αληθινό του όνομα ήταν Γεώργιος Σεφεριάδης και είναι ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με το εν λόγω βραβείο. Μικρά αποσπάσματα από τα λόγια του κατά την απονομή του βραβείου στη Στοκχόλμη είναι τα ακόλουθα:

(…) “Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά, κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο, πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. (…)

Σ’ αυτόν τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. Όταν στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: Ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα”.

Ο Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996) είναι ο δεύτερος Έλληνας ποιητής που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1979. Το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλλης και όπως ο ίδιος είχε δηλώσει στην εκπομπή της ΕΡΤ  “Της πατρίδος μου πάλι ομοιώθηκα”, το “Ελύτης” προέκυψε όταν το 1935 έψαχνε να βρει ένα ψευδώνυμο για την πρώτη του δημοσίευση.

Έτσι, το αρχικό “Ελ-” του τελικού ονόματός του αποτελούσε για αυτόν μια εύηχη συλλαβή. Πώς άλλωστε να μην αποτελεί, αφού από αυτήν τη συλλαβή ξεκινούν λέξεις όπως Ελπίδα, Ελευθερία, Ελλάδα, Ελένη (μια Ελένη που είχε κάποτε ερωτευτεί!). Η κατάληξη “-της” είναι μια ελληνική κατάληξη, κάπως αρχαιοπρεπής και το “Υ” στη μέση που είναι ο συνδετικός κρίκος των παραπάνω, το θεωρεί το “πιο ελληνικό” γράμμα της αλφαβήτου.

Ένα απόσπασμα από την ομιλία του Ελύτη κατά την απονομή του βραβείου του είναι το παρακάτω:

(…) “Λέμε, και το διαπιστώνουμε κάθε μέρα, ότι ζούμε σ’ ένα χάος ηθικό. Κι αυτό, τη στιγμή που ποτέ άλλοτε η κατανομή των στοιχείων της υλικής μας ύπαρξης δεν έγινε με τόσο σύστημα, τόση στρατιωτική, θα έλεγα, τάξη, τόσον αδυσώπητο έλεγχο. Η αντίφαση είναι διδακτική. Όταν σε δύο σκέλη το ένα υπερτροφεί, το άλλο ατροφεί. Μια αξιέπαινη ροπή να συνενωθούν σε ενιαία μονάδα οι λαοί της Ευρώπης, προσκόπτει σήμερα στην αδυναμία να συμπέσουν τα ατροφικά και τα υπερτροφικά σκέλη του πολιτισμού μας. Οι αξίες μας, ούτε αυτές δεν αποτελούν μια γλώσσα κοινή.

Για τον ποιητή —μπορεί να φαίνεται παράξενο αλλά είναι αληθές— η μόνη κοινή γλώσσα που αισθάνεται να του απομένει είναι οι αισθήσεις. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, ο τρόπος που αγγίζονται δύο σώματα δεν άλλαξε. Μήτε οδήγησε σε καμιά σύγκρουση όπως οι εικοσάδες των ιδεολογιών που αιματοκύλισαν τις κοινωνίες μας και μας άφησαν με αδειανά χέρια. (…)

Μπορεί η Ποίηση ν’ ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μέσ’ απ’ τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει.

Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η Ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση, και δη στους καιρούς τους dürftiger, είναι ακριβώς αυτή: Ότι η μοίρα μας παρ’ όλα αυτά βρίσκεται στα χέρια μας”.

Γράφει η Γεωργία Παρασκευά. Πηγή: globalist.gr