Τρία ποιήματα της μοναχικής Έμιλι Ντίκινσον

Έμιλι Ντίκινσον (1830-1886)


Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά

“Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά
Μετά τη θλίψη ν’ αποφεύγει
Κι έπειτα εκείνα τα μικρά παυσίπονα
Που ξεγελούν τον πόνο.

Ύστερα, να πάει να κοιμηθεί
Και τελικά, αν είναι δυνατόν,
Το θέλημα τ’ Αφέντη της
Την άδεια να πεθάνει.”


Χωρισμός

“Δύο φορές τέλειωσε η ζωή μου, προτού τελειώσει,
Μένει ακόμη να φανεί
Εάν η Αθανασία μου αποκαλύψει
Ένα τρίτο γεγονός
Τόσο μεγάλο, τόσο δύσκολο να το συλλάβει κανείς
Όσο αυτά που ήδη έτυχαν δύο φορές
Ο χωρισμός είναι όλα όσα ξέρουμε για τον παράδεισο,
Και όλα όσα χρειαζόμαστε από την κόλαση.”


Αντιστάθμιση

“Κάθε εκστατική στιγμή
Πρέπει να την πληρώσουμε με οδύνη
Σε αναλογία οξεία και τρεμάμενη
Με την έκσταση.

Για κάθε ώρα λατρευτή
Χρόνια ζωής με πενταροδεκάρες
Με πικρό αγώνα αποκτημένες
Και σεντούκια γεμάτα δάκρυα.”


Η Emily Dickinson γενήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1830 στο Amherst της Μασσαχουσέτης. Εκτός από λίγες, σύντομες παραμονές στην Βοστώνη, στην Ουάσινγκτον, όταν ο πατέρας της ήταν στο Κογκρέσσο, και στην Φιλαδέλφεια, όπου το 1854 γνώρισε τον πάστορα Charles Wadsworth, τον “ανέφικτο” έρωτα που αναστάτωσε τη ζωή της, δεν άφησε ποτέ το πατρικό της σπίτι, βυθισμένη μέσα στον κόσμο της ποίησής της. Πέθανε στις 15  Μαΐου του 1886 αφήνοντας πίσω της ένα μοναδικό ποιητικό έργο, από το οποίο, όσο ζούσε, ένα μικρό μόνο κομμάτι ήταν γνωστό στο στενό της κύκλο. Η πρώτη σειρά των ποιημάτων της εκδόθηκε το 1890.

 


Πηγές: Βικιπαιδεία, www.translatum.gr