Το 1606 η πρεμιέρα η αξεπέραστη τραγωδία της Αναγέννησης

Ο Βασιλιάς και οι τρεις του κόρες. Η απόφαση του Βασιλιά για να παραδώσει το στέμμα του είναι να του αποδείξουν οι τρεις του κόρες την αγάπη τους… Η απόδειξη της τελευταίας, η πιο ειλικρινής, της Κοδέλιας δεν του άρεσε και την αποκλήρωσε.. Θα ζούσε από τότε με τις άλλες δύο του κόρες. Η τραγικότητα θα έρθει όμως, αφού ο Βασιλιάς θα παραδώσει το στέμμα του…

Η πρεμιέρα του έργου του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, που έμεινε στην ιστορία, πραγματοποιήθηκε σαν σήμερα, στις 26 Δεκεμβρίου 1606

 

Από την Εγκυκλοπαίδεια «Δομή»

Περισσότερο λυρική δραματοποίηση παρά καθαυτό δράμα, η φυσιογνωμία του έκπτωτου και τρελού βασιλιά που περιφέρεται έρημος μέσα στη μαινόμενη καταιγίδα. Η τραγωδία αυτή, είναι φτιαγμένη από υλικά μιας πρωτόγονης εποποιίας, όπου πρωταγωνιστούν ο άνθρωπος και η φύση συγκουούμενοι σε μια αιώνια πάλη.

 

Ένα απόσπασμα της απόφασης του βασιλιά που τον οδήγησε στην καταστροφή…

Κορδέλια: Καλέ μου κύρη, εσύ με γέννησες, μ’ ανάθρεψες,
μ’ αγάπησες. Εγώ, καθώς αρμόζει πάλι,
σου ξεπληρώνω αυτές τις καλοσύνες
μ’ υπακοή, μ’ αγάπη, με περίσσιο σέβας.
Τι παντρεύτηκαν οι αδερφάδες μου, αφού λένε

πως όλη κι όλη η αγάπη τους είναι σε σένα;
Αν τύχει κάποτε κι εγώ να παντρευτώ,
εκείνος που το χέρι μου στο χέρι του θα πάρει
μαζί θα πάρει τη μισή μου αγάπη
και τη μισή στοργή μου και φροντίδα·

σίγουρα δε θα παντρευτώ ποτέ,
αν είναι, σαν τις αδερφάδες μου,
να ‘ναι η αγάπη μου όλη κι όλη στον πατέρα μου.

(…)

Ληρ: Καλά· λοιπόν, για προίκα πάρε την αλήθεια σου.
Γιατί, μα τ’ άγιο αχτινοβόλημα του ηλιού,
μα τα μυστήρια της Εκάτης μα τη νύχτα,

μα τις ουράνιες δύναμες, απ’ όπου βγαίνει
κι η αρχή της ύπαρξης μας και το τέλος, τώρα
όλη απαρνιέμαι τη στοργή την πατρική,
συγγένεια και δεσμούς από αίμα, και στο εξής
ξένη είσαι στην καρδιά μου και στο νου για πάντα.

Ο βάρβαρος ο Σκύθης ή κι αυτός που κάνει
τροφή του τα παιδιά του, να περιδρομιάσει
την πείνα του, θα βρει στην αγκαλιά μου τόση
φιλία, σπλαχνιά και συνδρομή, όση και συ
η άλλοτε κόρη μου.

Κεντ: Καλέ μου Ρήγα

Ληρ: Ήσυχα, Κεντ!
Μη μπεις ανάμεσα στον δράκο και στη λύσσα του.
Η χαϊδεμένη μου ήτανε
και λόγιαζα ν’ απακουμπήσω τα στερνά μου
στην τρυφερή της λάτρα. – Φεύγα, και μπροστά μου
να μη φανείς! – Έτσι να βρω ησυχία στον τάφο μου,
την πατρική καρδιά μου τώρα της την παίρνω!

Καλέστε μου το Φράγκο. – Ποιος σαλεύει;
Καλέστε το Βουργούνδη. Κορνουάλη κι Αλμπάνη,
μαζί μ’ αυτές τις προίκες των δυο θυγατέρων μου
και τούτη εδώ την τρίτη να χωνέψετε· κι αυτήν
η ξιπασιά της, που τη λέει ισάδα, ας την παντρέψει.

Σας ντύνω και τους δυο σας με τη δύναμή μου,
με την ανώτατη εξουσία και μ’ όλες τις τιμές
που συντροφεύουν το μεγάλο αξίωμα.
Εγώ, με μιαν εκατοντάδα παλικάρια,
που θα κρατήσω με συντήρησή σας,

θα ζω κοντά σας, μια στον έναν, μια στον άλλον,
με τη σειρά μήνα με μήνα συναλλάζοντας.
Τ’ όνομα μόνο θα ‘χω πια και τις τιμές τις άλλες,
που αρμόζουν σ’ έναν βασιλιά· κυβέρνηση, έσοδα

και η εξουσία η άλλη, αγαπητά παιδιά μου,
δικά σας· και γι’ απόδειξη, μοιράστε μεταξύ σας
ετούτη την κορόνα.

(Τους δίνει το στέμμα)

 

Πηγές: ebooks.edu.gr και βικιπαιδεία