Ένα γράμμα με τις δικές τους λέξεις.

“Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα. Η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή μωρό μου, έχε το νου σου στο παιδί, γιατί αν γλιτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα. Μάσκα δεν έχω να γυρνώ στο καρναβάλι ετούτο, να σκοτώνονται οι λαοί για του αφέντη το φαΐ. Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά, θα πάω να χτίσω μια φωλιά στον ουρανό, θα κατεβαίνω μόνο αν θέλω να γελάσω. Μα είναι τα χρόνια ένα δοχείο, ένα φτηνό ξενοδοχείο για δυο στιγμές. Μην είναι που είμαι ρεαλιστής και οι ουτοπίες με πνίγουν; Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που κι όταν πέφτει γελά! Ένα κι ένα κάνουν δύο λένε μές στο καφενείο. Πώς γίνεται στον κάθε παλαβιάρη κουτόχορτο χιλιάδες να μασάν; Ίσως να φταίω και λίγο εγώ. 

Αλίμονο σ’ αυτούς που δεν αγάπησαν, αλίμονο σ’ αυτούς που δε δακρύσανε ζωή, το νόημά σου δε γνωρίσανε, ζωή. Σε θυμάμαι συχνά που φορούσες ένα άσπρο φουστάνι, με κρατούσες απ’ το χέρι ότι ζούμε, μου λες, δε μου φτάνει. Μα στην αγκαλιά σου.. εκστασιάζομαι! Κι εσένα, σε θέλω ζωντανή! Αγαπημένα χείλη μου ζεστά, δεν έχει ο ουρανός άλλη αγκαλιά.. Γέλα μου κι ας είναι ψέμα, έλα γέλα μου! 

Μα δε θα κρυφτώ, απόψε θα βγω σαν ήλιος τη νύχτα να διώξω, γι’ αυτό άμα δείτε μάγκες μου έτσι πως τραγουδάω, ρίχνω το σώμα μου μπροστά σαν να σας προσκυνάω. Η ζωή είναι μεγάλη, μην την κάνεις καρναβάλι! Μη με αφήσεις εδώ πέρα να στοιχειώσω, από τα όμορφα δε θέλω να γλιτώσω. Όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει, ο νους μας είν’ αληταριό που όλο θα δραπετεύει. Και η νύχτα… μυρίζει γιασεμί”.