Στυλ και όποιος αντέξει

Δεν μ’ αρέσει να σιδερώνω. Λιποψυχώ μπροστά στις στοίβες με τα διπλωμένα ρούχα που περιμένουν υπομονετικά να καταπιεστούν από αυτήν την τρίγωνη μηχανή. Κάθε μέρα ανοίγω τη ντουλάπα, γιατί υπάρχει ξεχωριστή ντουλάπα, μόνο για τα ασιδέρωτα, τα κοιτάζω και μονολογώ «αύριο, σας το υπόσχομαι, αύριο».

Δεν είναι ότι δεν είμαι νοικοκυρά. Αυτό, μη σας περάσει καν από το μυαλό. Γιατί και πλένω πιάτα και σκουπίζω, σφουγγαρίζω ακόμα και το μπάνιο καθαρίζω. Και δεν λέω ότι νιώθω την ίδια ευχαρίστηση, όπως όταν τρώω σοκολάτα, αλλά τα κάνω. Δεν τα αναβάλλω όπως…..

Ειδικά, όταν σιδερώνω πουκάμισα νιώθω την παράλυση να κυριεύει κάθε σημείο τους σώματος αλλά, κυρίως, νομίζω κατσικώνεται στα χέρια. Δεν ξέρουν ακριβώς ποιες κινήσεις να κάνουν, πώς να στήσουν το πουκάμισο, πώς να σύρουν αυτή την άκαμπτη, πυρωμένη μύτη πάνω στο ύφασμα, χωρίς να το τσαλαπατήσουν και να δημιουργήσουν μια νέα τάση στο στυλ των πουκαμισών, με πολλές τσακίσεις.

Χμ δεν είναι καθόλου άσχημο. Για να κάνω μερικές ακόμη. Ποιος είπε δηλαδή ότι όμορφο είναι το κολλαριστό πουκάμισο, χωρίς τσακίσεις. Μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι στερείται φαντασίας. Εμένα μ’ αρέσει πολύ, όπως κατέληξε το μωβ σιδερωμένο πουκάμισο. Στο φως οι τσακίσεις δίνουν μια παλέτα του μωβ ζηλευτή.

Μια αισιοδοξία γεμάτη δημιουργικότητα με κυριεύει. Τα χέρια κουνιούνται μόνα τους πλέον, τα γρανάζια στον εγκέφαλο έχουν πάρει φωτιά. Για να δούμε τι μπορώ να κάνω με το πράσινο παντελόνι, το κίτρινο φούτερ και το, αχα να μια πρόκληση για μένα, κεντητό τραπεζομάντηλο της μαμάς μου.

Ένας καινούργιος κόσμος ανοίγεται μπροστά μου, ένας καινούργιος στόχος μπήκε στη ζωή μου. Ξέρω καλά πόσο παθιάζομαι όταν υπάρχει νέος στόχος, ο οποίος με ιντριγκάρει. Όπως τότε που στη θεατρική ομάδα του Καλλιτεχνείου μας έδωσαν σαν πρότζεκτ να γράψουμε μονολόγους. Μια βδομάδα το μυαλό μου δε σκεφτόταν τίποτα άλλο και μόνο όταν τελείωσα τους μονολόγους μπόρεσα επιτέλους να τελειώσω και τη στοίβα με τα ασιδέρωτα.

Τι έλεγα; Α ναι, πόσο μ’ αρέσει να σιδερώνω.

Γράφει η Cal.