Χειμερία νάρκη

Βρίσκομαι εκεί. Σ’ εκείνη την αέναη στιγμή που μπορείς να φωνάξεις απ’ τα σπλάχνα σου βοήθεια.
Και οι σκέψεις ορυμαγδός τυλιγμένος από τούλι σιωπής, μ’ ένα βλέμμα καρφωμένο πάντα πίσω. Σ’ εκείνη την ασπρόμαυρη αυλή.

Μου είχες πει “Μεγάλωσες μην κάνεις σαν παιδί”
Μα εκείνο το παιδί μεγάλος βγήκε από τη μήτρα. Σαν άλλος μάρτυρας σε ξένη δίκη να κουβαλάει στους ώμους του ενοχές.
Ω Λύτρωση, μεγάλη που είσαι τις ώρες του Μορφέα. Έρχεται λίγο κόκκινο δίπλα στο μαξιλάρι κι έχει φωνή που τραγουδάει.
Χειμώνιασε… καιρός να κοιμηθώ.

Μαρία Τ.