HEAD ON “Η πόλη είναι μικρή, αλλά η φάση είναι μεγάλη!”

Head On! “Η πόλη είναι μικρή, αλλά η φάση είναι μεγάλη!”

Το μότο της μπάντας μεγάλη αλήθεια, μιας και αφορμή για να τους γνωρίσω στάθηκε ένας ψιλοπανικός στα social, μετά από μεγάλη συναυλία γνωστού, Ιρλανδικού, post rock γκρουπ στην Αθήνα, όπου οι Head on έκαναν support! Σε μια μικρή πόλη λοιπόν όπως η δική μας, όταν κάτι “πάει στραβά” κυκλοφορεί αμέσως! Έτσι και έγινε, καθώς ξαφνικά το όνομα του ελληνικού post punk συγκροτήματος Head On, φιγούραρε σε όλα τα μουσικά site για τον ίδιο αποκλειστικά λόγο! …Στον οποίο δε θα αναφερθώ!

Μη ξενερώνετε… γιατί παρέα θα γνωρίσουμε τη φάση που είναι μεγάλη! Τη φάση μιας μπάντας τρελής αλλά δεμένης, τη φάση μιας μπάντας με αγάπη στη τέχνη και όλες τις εκφάνσεις της, τη φάση μιας παρέας τεσσάρων παιδιών που κυκλοφορούν σε Ελλάδα και Ευρώπη και κάνοντας φίλους παίζουν σε live, τη φάση των Head On!

Μια αγγλόφωνη ελληνική μπάντα, μπλεγμένη με στίχους του T.S.Eliot, και τίτλο album από βιβλίο του Philip K. Dick, το “Ubik”, δε θα μπορούσε να μας αφήσει αδιάφορους. Κάπου σ’ένα μαγαζάκι στα μέρη μου, έχω ραντεβού με τα παιδιά να γνωριστούμε και να τους “ανακρίνω”. Ο Γιώργος (κιθάρα), ο Χρήστος (φωνή-στίχοι), ο Γιάννης (μπασο) – ο Κώστας (ντραμς) είναι στο εξωτερικό- ήταν εκεί και μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση δεν άργησε να ξεκινήσει.

-Ποια είναι η ιστορία της γνωριμίας σας και πως προέκυψε το όνομα των Head On;

Οι Head On ξεκίνησαν πριν 4-5 χρόνια, όταν ο Γιώργος γνώρισε τον Κώστα στη σχολή και άρχισαν να παίζουν οι δυο τους. Ο Κώστας έπαιζε σε ένα άλλο σχήμα στο οποίο έκαναν διασκευές, όπου και γνώρισε το Γιάννη που έπαιζε μπάσο. Ο Γιάννης βρέθηκε με τα παιδιά να τζαμάρουν και ταιριάξανε φουλ από την πρώτη φορά. Το Χρήστο σύστησε στη μπάντα η αδερφή του Κώστα, που τον είχε ακούσει να τραγουδάει ως guest σε ένα live και έτσι μέσω κοινών γνωστών σχηματίστηκε το γκρουπ. Πλέον μετά από χρόνια δεν είμαστε απλά τέσσερα άτομα που βρίσκονται στα live και παίζουνε, είμαστε παρέα. Όσον αφορά το όνομα της μπάντας, δεν είναι από το τραγούδι των Jesus & Mary Chain που έχουν διασκευάσει οι Pixies, ούτε από το κομμάτι των Stooges, ούτε από τους King Gizzard & The Lizard Wizard, αλλά από την ταινία του Fatih Akin, το “Head On”. Είχαμε βρει διάφορα ονόματα που μας ακούγονταν ωραία και συμφωνήσαμε σε αυτό που μας άρεσε περισσότερο. Το όνομα ήταν πρόταση του Γιώργου, που είχε δει τότε την ταινία, το ίδιο και ο Κώστας και καταλήξαμε πως μας ταιριάζει. Να προσθέσουμε εδώ πως στα καινούρια μας μπλουζάκια, απεικονίζεται σε σκίτσο ένα αυτοκίνητο που προσκρούεται πάνω σ’ένα τοίχο. Αυτό είναι σκήνή από την ταινία, την οποία παραλλάξαμε λίγο και την κάναμε logo στο μπλουζάκι.

-Πώς περιγράφετε τη μουσική σας και γιατί όχι, ας αναφερθούμε σε αγαπημενους σας καλλιτέχνες!

Γιώργος: Αφού πρέπει να διαλέξω έναν καλλιτέχνη, μεταξύ άλλων, θα πω τον John Frusciante, πρώην κιθαρίστα των Red Hot Chili Peppers. Θαυμάζω πολύ τη σόλο δουλειά του, αλλά και τη δουλειά που έκανε με τους Peppers. Η μουσική που παίζουμε σίγουρα έχει στοιχεία post rock, rock’n roll, punk rock, οπότε ας την πούμε post punk.

Χρήστος: Η μπάντα που θα σας πω δεν είναι και τόσο γνωστή, είναι μια μπάντα που λέγεται… Beatles! Αγαπημένος μου καλλιτέχνης είναι ο αμερικανός πιανίστας της τζαζ, Thelonious Monk. Δεν είναι εμφανείς οι επιρροές αυτών των καλλιτεχνών στη δική μας μπάντα, δε ξέρω καν αν υπάρχουν κάποια στοιχεία της μουσικής στους στη δική μας μουσική. Ίσως ο Monk να είναι πιο κοντά στο τρόπο που συμπεριφέρομαι πάνω στη σκηνή. Θεωρώ ότι η μουσική μας βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άκρα, αυτό της mainstream μουσικής της underground σκηνής της rock’n roll – pop φόρμας και του πιο avant garde πειραματικού ήχου. Εμένα προσωπικά με ενδιαφέρουν οι καλλιτέχνες που καταφέρνουν και βρίσκουν μια χρυσή τομή ανάμεσα σ’αυτά τα δύο, όπως είναι οι Sonic Youth, οι Pere Ubu, οι Velvet Underground, όπως είναι ο Thelonious Monk, όπως είναι οι Beatles.

Γιάννης: Εγώ ξεκίνησα να παίζω μπάσο, ακούγοντας τους δίσκους των Metallica, με τον πρώτο τους μπασίστα Cliff Burton και ενθουσιάστηκα με το μουσικό όργανο! Αγαπημένος μου καλλιτέχνης είναι ο Lemmy των Motörhead, αλλά και οι Hawkwind που παίζουν ψυχεδελικό space rock (πάλι ο Lemmy!)

Για τον Κωστα, θα μπορούσαμε σίγουρα να αναφερουμε εκ μέρους του, τους Black Keys, και τον Jack White

-Ας μιλήσουμε για τον τίτλο του album σας, “Ubik”. Τι σημαίνει η λέξη και γιατί ονομάστηκε έτσι ο δίσκος;

Το Ubik έχει λατινική ρίζα και σημαίνει “αυτός που επιβλέπει τα πάντα”. “Ubik” είναι ο τίτλος από ένα μυθιστόρημα του Philip K. Dick, του πιο γνωστού ίσως συγγραφέα βιβλίων επιστημονικής φαντασίας του 20ου αιώνα. Έχοντας τελειώσει τα κομμάτια και έχοντας συγκεντρώσει το υλικό για την ηχογράφηση του δίσκου, δεν είχαμε καταλήξει σε τίτλο. “Το περασμένο καλοκαίρι (περιγράφει ο Χρήστος), στις διακοπές μου είχα ξεμείνει από βιβλία,( τσιγάρα και συμπόνια-συμπληρώνουν εδώ οι άλλοι δύο και γελάμε), βρέθηκα σε ένα βιβλιοπωλείο των Κυθήρων και μεταξύ άλλων πήρα το Ubik. Μια δυο βδομάδες αργότερα, βρέθηκα στη Λευκάδα και άρχισα να το διαβάζω σε μια ξαπλώστρα. Διαβάζοντας το συνειδητοποίησα, ότι έχει πολλά κοινά στοιχεία με αυτά που πραγματεύονται οι στίχοι στο δίσκο και σκέφτηκα πως θα ήταν ωραία ιδέα για τίτλος, ακριβώς γιατί για όποιον έχει διαβάσει το βιβλίο, δημιουργεί μια απορία για το τι μπορεί να σημαίνει, ενώ για όποιον το έχει διαβάσει, τον βοηθά να ψιλιαστεί λίγο περί τίνος πρόκειται το album, σε αισθητικό επίπεδο.”

Στο Ubik έχει βασιστεί και το εξώφυλλο του δίσκου, μιας και στο βιβλίο το ομώνυμο σπρέυ, είναι το μέσο που εκπληρώνει τις επιθυμίες του καθενός. Ανάλογα με το τι ζητάει ο κάτοχος του, το σπρέυ αποφέρει τις αντίστοιχες ιδιότητες. Για τον καθένα το Ubik είναι κάτι το διαφορετικό, όπως και η ερμηνεία του ίδιου του βιβλίου είναι διαφορετική ανάλογα τον αναγνώστη. Δεν είναι εύκολο να καταλήξεις με βεβαιότητα για το τι θέλει να πει ο συγγραφέας και θεωρούμε πως και το album σε πολλά σημεία, αφήνει ανοιχτά ερωτήματα και δεν δίνει στον ακροατή έτοιμο, αυτό που θέλει να πει.

-Στο Artigo αγαπάμε τη λογοτεχνία μεταξύ άλλων και θεωρούμε πως αποτελεί πηγή έμπνευσης πολλών μορφών της τέχνης. Κάτι παρόμοιο διακρίνω και στους Head On. Πώς συνδέεται η λογοτεχνία με τη μουσική σας;

Χρήστος: Η χρήση της Λογοτεχνίας, μεταξύ άλλων, για μένα που γράφω τους στίχους, είναι ένας διαφορετικός τρόπος να προσεγγίσω την post punk μουσική και την ιστορία της. Όταν κάποιος αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα είδος ή “υποείδος” της μουσικής, αναγκαστικά έρχεται αντιμέτωπος και με όλη την ιστορία που κουβαλάει αυτό το είδος ή “υποείδος”. Η post punk έχει μια τέτοια ιστορία, αντί λοιπόν να την αναπαράγω μέσα από τους καλλιτέχνες του είδους, αποφάσισα να στραφώ στις ρίζες της, όπου πέραν της μουσικής, έχουν βάση τη λογοτεχνία και γενικότερα το γραπτό λόγο. Πήγα σε συγγραφείς που ήξερα πως έχουν επηρρεάσει το punk και το post punk κίνημα, αγαπημένους μου συγγραφείς που έχουν πολλούς τόπους σύνδεσης με τη θεματική και την αισθητική του συγκεκριμένου είδους μουσικής. Μεταμοντέρνοι συγγραφείς όπως οι Thomas Pynchon, Don DeLillo, David Foster Wallace και William Burroughs που σίγουρα η επιρροή τους είναι εμφανής, στον τρόπο που έχουν γραφτεί οι στίχοι. O Burroughs επίσης καθιέρωσε στη λογοτεχνία και στη στιχουργική μια τεχνική που προέρχεται από την εποχή του Ντανταϊσμού και λέγεται cut up. Η τεχνική έχει ως εξής: Κόβεις προτάσεις από εφημερίδες ή διάφορα κείμενα άλλων, τις ανακατεύεις και ανασυνθέτεις ένα νέο κείμενο. Αυτή είναι μια τεχνική που συχνα χρησιμοποιώ, όπως για παράδειγμα στο “No Harm”. Εκείνη την περίοδο που έγραψα το κομμάτι, διάβαζα τα 4 Κουαρτέτα του T.S.Eliot και μου ήρθε η ιδέα να παίξω με κάποιους στίχους του ποιητή από το East Coker, στο πρώτο ρεφρέν. Παράλληλα στη βιβλιοθήκη του Ηρακλή Βλαχάκη που ηχογραφούσε το δίσκο μας, βρήκα το βιβλίο ενός συγγραφέα θεωρητικού του ήχου και χρησιμοποίησα κομμάτι του βιβλίου στο δεύτερο ρεφρέν. Τα κουπλέ έχουν πιο προσβάσιμους στίχους και έτσι συνδιαστικά με την τεχνική cut up στα ρεφρέν, έχουμε μια pop κουλτούρα με μια πιο διανοουμενίστικη, την ουσία δηλαδή του μεταμοντέρνου.

(Εδώ ρώτησα και αγαπημένα βιβλία, καθώς η συζήτηση περί λογοτεχνίας με είχε συνεπάρει)

Χρήστος: Αγαπημένα… το “Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο” του Marcel Proust, “Ο Οδυσσέας” του James Joyce, ¨Το Μαγικό Βουνό” του Thomas Mann, το “Τρίστραμ Σάντυ” του Laurence Sterne, το “Solaris” του Stanislaw Lem… Δηλώνω λάτρης του Νίτσε, που επίσης υπάρχει στη θεματική των στίχων μας!

Γιάννης: Λογοτεχνία του Φανταστικού! “Η Ονειρική Αναζήτηση της Άγνωστης Κάνταθ” του H.P.Lovecraft, που περιλαμβάνει πολλές ιστορίες, με αγαπημένη μου τις Γάτες του Ούλθαρ- που έχει να κάνει με γάτες οι οποίες μου αρέσουν! Έχει να κάνει γενικά με την απόδραση του ανθρώπου από το πραγματικό και τη δυνατότητα να μεταφερθεί σε ένα κόσμο που ονειρεύεται ο ίδιος. Να βρει ίσως το δικό του παράδεισο ή και κόλαση, που ουσιαστικά είναι και αυτοσκοπός του καθενός μας.

Γιώργος: Εγώ θα έλεγα το “Τοστ Ζαμπον” του Charles Bukowski, γιατί είναι ένα από τα βιβλία που βλέπεις ένα άλλο πρόσωπο του συγγραφέα, καθώς επίσης και “Τα Σταφύλια της Οργής” του John Steinbeck.

-Πάμε λίγο σε πιο πρακτικά θέματα όσον αφορά το συγκρότημα. Οι Head On είναι ένα D.I.Y. (Do It Yourself) project;

Οτιδήποτε αφορά τη μπάντα είναι σύνολο προσωπικής μας δουλειάς με την πολύτιμη βοήθεια φίλων αλλά και μουσικών ομάδων/στεκιών και καταλήψεων που μας στήριξαν και συνεχίζουν να μας στηρίζουν. Οργανώνουμε περιοδείες και κλείνουμε live “μόνοι μας” και με αυτό εννοούμε ότι δεν είμαστε σε κάποια δισκογραφική, για να τα κλείσει αυτή για εμάς. Πληρώνουμε κανονικά στούντιο για πρόβες και ηχογραφήσεις και ό,τι άλλο μπορεί να χρειάζεται. Μας φιλοξενούν φίλοι με μπάντες στο εξωτερικό που μας καλούν να παίξουμε και αντίστοιχα κάνουμε το ίδιο καλώντας τους εδώ. Η ιδέα του εξώφυλλου και του οπισθόφυλλου του δίσκου ήταν δική μας και σχεδιάστηκε από ένα πολύ καλό μας φίλο, γραφίστα, τον Πέτρο Περίδη (Jekos), παρομοίως και η ιδέα για τα μπλουζάκια τα οποία σχεδιάστηκαν από το Βαγγέλη Καραδήμα. Τα βίντεο που κυκλοφόρησαν για την προώθηση του δίσκου είναι σε δική μας σκηνοθεσία και σύντομα σκοπεύουμε και στη σκηνοθεσία του πρώτου μας video clip. Γενικά τα έξοδα του γκρουπ είναι πολλά και προσπαθούμε να ανταπεξέλθουμε όσο το δυνατόν καλύτερα. Να αναφέρουμε εδώ πως τη διανομή του δίσκου, αφού βγήκε, έχει αναλάβει η Ikaros Records του Λευτέρη Φύτα ο οποίος έχει το δισκοπωλείο Vinyl Monster στο Χαλάνδρι.

-Μιας και αναφέραμε live και περιοδείες, πείτε μου λίγα λόγια για την εμπειρία σας από αυτά. Πως αντιλαμβάνεστε τον εαυτό σας την ώρα που ανεβαίνετε πάνω στη σκηνη και ποια η αλληλεπίδραση μεταξύ σας και με το κόσμο;

Γιώργος: Live κάνουμε τέσσερα χρόνια περίπου. Σίγουρα όσο περνάει ο καιρός, τόσο χαλαρώνουμε κι εμείς και γινόμαστε καλύτεροι, πάντα όμως τα δέκα πρώτα λεπτά είναι λίγο περίεργα. Μέχρι στιγμής έχουμε κάνει μια μικρή περιοδεία στην Αγγλία, σε 4 πόλεις(Μπαθ, Λονδίνο, Μπράιτον, Μπρίστολ). Αφορμη για την περιοδεία, ήταν η γνωριμία μας με τους Martyrials, μια synth-punk μπάντα από το Μπρίστολ, τους οποίους έτυχε να γνωρίσουμε εγώ και ο Κώστας σε ένα προηγούμενο roadtrip στην Αγγλία. Τους καλέσαμε να παίξουν Αθήνα και Πάτρα τον προηγούμενο Μάιο, έτσι τον Ιούνιο μας κάλεσαν αντίστοιχα κι εκείνοι στην Αγγλία. Αφού βγάλαμε το δίσκο, επικοινώνησε μαζί μας μια μπάντα από Κωνσταντινούπολη, οι Reptilians from Andromeda, τους άρεσε το album και επικοινώνησαν μαζί μας για να παίξουμε εκεί. Βρεθήκαμε λοιπόν στη Κωνσταντινούπολη, περάσαμε υπέροχα, η φιλοξενία και τα παιδιά ήταν τέλεια και το live πήγε απίστευτα καλά, αφού το ευχαριστηθήκαμε πολύ και εμείς και ο κόσμος! 

Όσον αφορά εμένα πάνω στη σκηνή, επιδιώκω ως ένα βαθμό να αποστασιοποιούμαι από το κοινό (μικρό ή μεγάλο), κάτι που δεν πετυχαίνω στο απόλυτο. Επικεντρώνομαι περισσότερο στο να αλληλεπιδρώ με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας και με τον εαυτό μου.

Χρήστος:  Και για μένα παίζει πολύ σημαντικό ρόλο η αλληλεπίδραση με τη μπάντα μου και αυτό που με ενδιαφέρει κυρίως είναι να περνάμε καλά και να συμμετέχει και ο κόσμος! Δε μου αρέσει κατά τη διάρκεια ενός live να οριοθετείται η μπάντα από το κοινό και ωραίο παράδειγμα υπήρξε στη διάρκεια ενός live μας στη Κρήτη, όπου άτομα που απλά άραζαν στη πλατεία, κατέληξαν στη σκηνή μαζί μας να χορεύουν. Αντίστοιχη φάση ζήσαμε και στο Μπριστολ της Αγγλίας, όπου μαζί με φίλους μας ανέβαινε ο κόσμος πάνω, χόρευε και τραγουδούσε μαζί μας! Προσωπικά αισθάνομαι σα να είμαι στο χώρο μου. Πάνω στη σκηνή νιώθεις ελεύθερος να αφεθείς στα συναισθήματα που σου γεννά εκείνη τη στιγμή η μουσική. Είτε έχει να κάνει με το κοινό στα live, είτε με ακροατές του δίσκου στο σπίτι τους, δε θέλω να είναι παθητικοί δέκτες. Με ενδιαφέρει να τους ταρακουνάω!

Γιάννης: Θα μιλήσω για την εξέλιξη μου πάνω στη σκηνή, η οποία είναι κυριολεκτικά ραγδαία! Ξεκινώντας στην αρχή ήμουν σα να είχα “καταπιεί μπαστούνι”, αφού μου πετούσαν κουτάκια για να κουνηθώ! Δε ζούσα, απλά κουνούσα το δεξί μου χέρι. Στη ζωή μου γενικά είμαι υπερκινητικό άτομο και το πειραχτήρι της παρέας, δεν είχα όμως εκτεθεί ποτέ δημόσια και μου ήταν πολύ δύσκολο. Στην πορεία και μέσω της μπάντας μου, τα παιδιά με βοήθησαν να νιώσω ο εαυτός μου και σε αλληλεπίδραση μαζί τους πάνω στη σκηνή, νιώθω άνετα και περνάω τέλεια!

 

-Θα ήθελα να μάθω για τα άμεσα πλάνα των Head On και για τα όνειρα σας στη πορεία

Γιώργος: Έχοντας ήδη το “Ubik”, θα γίνει ένα live στις 19 Γενάρη στο ίδρυμα 2.14 στην Αθήνα, στις 24 Γενάρη στο Στέκι Αντιδραστήριο στη Λάρισα και στις 25 Γενάρη στο club 66 στην Θεσσαλονίκη, με τους φίλους που προαναφέραμε από Κωνσταντινούπολη. Όποιος θέλει να ενημερωθεί, έχει ανέβει σχετικό ποστ στη σελίδα μας, Live with Reptilians From Andromeda (TUR) και θα ακολουθήσουν κι άλλα! Μέσα στο 2019 σκοπεύουμε να βγάλουμε ένα 7αράκι βινύλιο με δυο κομμάτια και βλέπουμε!

Όσον αφορά τα όνειρα, είμαι ρεαλιστής και προτιμώ να το πηγαίνω βήμα βήμα.

Χρήστος: Θα έλεγα να φτάσουμε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο, παίζοντας με τους δικούς μας όρους, μπλέκοντας διαφορετικά είδη μεταξύ τους. Παραμένουμε ακέραιοι στα ιδανικά μας και αφήνουμε πάντα ανοιχτό το πεδίο της δημιουργίας.

Γιάννης: Θα ξεκινήσω λέγοντας πως ένα όνειρο μου έχει ήδη γίνει πραγματικότητα. Ήθελα ανέκαθεν να φτιάξω μια γαμάτη μπάντα! Αν και δεν είμαι ρεαλιστής, προτιμώ να παραμένω ταπεινός. Έχω μονίμως όνειρα για κάτι, αλλά το πιο βασικό είναι η μπάντα, να μη σπάσει ποτέ!

– Έχει ανακοινωθεί το τέλος του κόσμου. Που σας βρίσκει και τι κάνετε;

Χρήστος: Είμαι στο Galaxy bar, τα πίνω μέχρι τελικής πτώσης και γιορτάζω το τέλος του κόσμου με τους θαμώνες του μπαρ. “It’s the end of the world… and I feel fine” R.E.M.

Γιώργος: Εγώ με βλέπω άνετα να πηγαίνω να βρω το Χρήστο.

Γιάννης: Θα πήγαινα να βαρέσω ένα τατουάζ με τη μούρη του Ψάλτη στο στήθος και καπάκια να βρώ τους φίλους μου χωρίς μπλούζα, στο Galaxy bar!


Πραγματικά θα είχε κίνηση στο μπαρ αυτό, το τελευταίο βράδυ του κόσμου! Θα μπορούσα να γράφω και να μιλάω με τα παιδιά ώρες γιατί πραγματικά ήταν μια κουβέντα που αναπτύχθηκε γύρω από πολλά και ευχάριστα θέματα. Ανάμεσα στη μουσική και τη λογοτεχνία, την ποίηση και τον κινηματογράφο γνώρισα το Γιώργο που φτιάχνει καταπληκτική ομελέτα με βρώμη για πρωινό και σιχαίνεται τα πανηγύρια, το Χρήστο που είναι χορτοφάγος και δεν έχει επιχειρήσει ποτέ να χορέψει τσάμικο, αλλά ευχαρίστως θα παρασυρόταν στο χορό παρέα μου και το Γιάννη που αγαπάει την παραδοσιακή μουσική, γουστάρει τα πανηγύρια, μαγειρεύει εκπληκτικό σπετσοφάι και φαντασιώνεται άνετα μια γουρουνοπούλα στο τζάκι με κάστανα!!

Μια παρέα δεμένη με οδηγό τη μουσική και τη τέχνη, με διάχυτο χιούμορ και την απαραίτητη σοβαρότητα στις εκάστοτε περιστάσεις, με όρεξη και εφόδια να πάει η ελληνική, ανεξάρτητη, αγγλόφωνη post punk σκηνή ακόμα πιο μπροστά!

Αν γέμισε το μυαλό σας εικόνες μετά από όλα αυτά, το επόμενο βήμα είναι η επίσκεψη στο bandcamp των Head On αλλά και στο YouTube!

Καλά ταξίδια παιδια!