Τρία μεγαλειώδη καθρεφτίσματα της τέχνης, από τον ποιητή της Ανδαλουσίας

“Ευλογημένο το περίφημο ψεγάδι, που μας σώζει απ’ την απεχθή τελειότητα!

Και έχω σκεφτεί τόσες φορές πως θα ήθελα το έργο μου όλο να είναι το ψεγάδι ενός Ανδαλουσιανού.”

Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (1881-1958)


Εγώ δεν είμαι εγώ

“Εγώ δεν είμαι εγώ
αλλά εκείνος
που βαδίζει πλάι μου και δεν μπορώ να δω
που κάποιες φορές τον επισκέπτομαι
και άλλες φορές τον λησμονώ
κείνος που μένει σιωπηλός καθώς εγώ μιλώ
κείνος που γλυκά τους συγχωρνά καθώς εγώ μισώ
κείνος που βγαίνει για περίπατο όταν με σφίγγει ο κλοιός
κείνος που τελικά θα μείνει όρθιος όταν εγώ πεθάνω”

Μετάφραση: Γιώργος Δυνέζης, πίνακας ζωγραφικής: “Man in a Bowler Hat” 1964, Rene Magritte


Ποίηση

“Κάποτε νιώθω
καθώς το ρόδο

που θά ’μαι μια μέρα, καθώς το φτερό
που θά ‘μαι μια μέρα.
Και με τυλίγει ένα άρωμα, ξένο και δικό μου,
δικό μου κι ενός ρόδου·
και με περισυλλέγει μια περιπλάνηση ξένη και δική μου
δική μου κι ενός πουλιού.
Τραγούδα, τραγούδα φωνή μου!
γιατί όσο υπάρχει ένα πράγμα
που δεν το είπες εσύ
δεν είπες τίποτα!

Ποίηση· δροσιά
της κάθε αυγής, κόρη
της κάθε νύχτας, ολόδροση, αγνή
αλήθεια των τελευταίων άστρων
πάνω στην τρυφερή αλήθεια των πρώτων λουλουδιών!
δροσιά, ποίηση·
πρωινή πτώση τ’ ουρανού πάνω στον κόσμο
Αυτή ’ναι η ζωή μου, εκείνη προς τα πάνω,
εκείνη της καθάριας αύρας,
του τελευταίου πουλιού,
των χρυσών κορυφών του σκοταδιού!”

Μετάφραση: Τάκης Βαρβιτσιώτης, πίνακας ζωγραφικής: “The Tomb of the Wrestlers” 1960, Rene Magritte


“Δίπλα μου στέκεσαι καθώς το ρόδο που ανασταίνεις,
Τώρα μια μνήμη επαγρυπνεί γεμάτη από σιωπή.
Πιότερο κι απ’ τον έρωτα η ματιά σου με πεθαίνει
Τη νύχτα αυτή που τίποτα δεν έχει να μου πει.

Το ξέρω. Με τον άνεμο η ζωή σου ωραία ανασαίνει
Εύρωστο κλίμα οι φλέβες σου κι ώριμοι πια καρποί.
Κι ωστόσο τούτη η η αστείρευτη βροχή που όλο πληθαίνει
Μας συγκρατεί επικίνδυνα κάτω από μια σιωπή.

Εξαίσια κι άφθαρτη πηγή, πανάρχαιο σιντριβάνι,
Μες στο καμπύλο σου νερό μια μέρα θα χαθώ
Έτσι καθώς η απρόσωπη φύση μου θα βλαστάνει.

Σα δέντρο μες στη συντριβή του ολόγυμνου κορμιού σου,
Τώρα με μάτια ακοίμητα έρποντας προσπαθώ
Σαν κάτι μάταιο να χαθώ στα βάθη του εαυτού σου.”

Από το βιβλίο Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, Ελληνικά Γράμματα, πίνακας ζωγραφικής: “The Lovers” 1928, Rene Magritte


Ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου του 1881, στο Μογκέρ της επαρχίας Ουέλβα της Ανδαλουσίας. Ύστερα από σπουδές στο Καντίς, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Σεβίλλης. Εκεί συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα κάτω από την επίδραση των “ρομανσέρος” Γκόνγορα, Μπέκερ και Γάλλων και Γερμανών ρομαντικών. Τα πρώτα του βιβλία, δημοσιεύτηκαν στην Μαδρίτη το 1900. Τότε ήρθε σε επαφή με τον Ρουμπέν Ντάριο και το νέο λογοτεχνικό κίνημα “Ελ μοντερνίσμο”. Αρρώστησε. Πέρασε αρκετό καιρό στη Νότια Γαλλία και σε μια κλινική στη Μαδρίτη, όπου είχε όλον τον καιρό να ασχολείται με τη φιλοσοφία και με ξένες γλώσσες. Στα χρόνια της μοναξιά, που πέρασε στο Μογκέρ (1905-1912), έγραψε πολλά ποιήματα. Πέρασε τα τέσσερα επόμενα χρόνια στη Μαδρίτη, σαν αναγνωρισμένος ποιητής. Τραγούδησε στην πατρίδα του τη συλλογή πεζών ποιημάτων “Ο Πλατέρο κι εγώ” (1914). Το 1916 πήγε για πρώτη φορά στις Η.Π.Α., όπου παντρεύτηκε στη Νέα Υόρκη την Ζενοβία Καμπρούτσι, η οποία, τα επόμενα 40 χρόνια, έγινε η στενή συνεργάτιδα και το ηθικό στήριγμά του. Πρόλαβε την ύψιστη αγωνία της να καταλάβει, ότι ο άνδρας της διακρίθηκε με το Βραβείο Νόμπελ.

Τον Χιμένεθ τον αποκάλεσαν “ποιητή των ποιητών”. Μόλις βρει κανείς τον τρόπο να πλησιάσει τον ποιητικό του ανθώνα, αισθάνεται να του φέρνει το αγέρι το άρωμα και τα μύρα της τέχνης του. Εμπνευσμένος λόγος, βάθος και πλούτος φαντασίας, είναι τα χαρίσματα των κειμένων του. Στο ταξίδι του στις Η.Π.Α οφείλουμε την αλλαγή ύφους, στη δημιουργία του ποιητή: “Αγνή ποίηση”. Γύρισε στη Μαδρίτη με τη γυναίκα του. Έγινε αρχηγός μιας καινούργιας γενιάς. Ποιητής και κριτικός. Εξέδωσε τρία περιοδικά. Το 1930 απεσύρθη στη Σεβίλλη, όπου συνέχισε την ποιητική του εργασία. Το έργο της ζωής του “Όμπρα”, το επεξεργάστηκε χρόνια. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο έφυγε από την πατρίδα του και έζησε 20 χρόνια στην Αμερική, σαν ποιητής και λόγιος, το 1936 στο Πανεπιστήμιο του Πουέρτο Ρίκο, το 1937-38 στην Κούβα, το 1939-51 στις Η.Π.Α. (πανεπιστήμιο Μαϊάμι. Ουάσινγκτον, Μαίρυλαντ). Γύρισε το 1951 στο Πουέρτο Ρίκο, όπου συνέχισε την καριέρα του καθηγητή. Συγχρόνως εκεί γίνονταν εργασίες γύρω από το έργο του. Το 1956 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Απεβίωσε το στις 29 Μαΐου του 1958.


Πηγές: Βικιπαιδεία, pic-a-poem.gr, catisart.gr, poiimata.com