Ο Πετράκης με τη λατέρνα και οι άλλες πτυχές της ζωής του

“Γεννήθηκα των Βαΐων. Σημαδιακή μέρα. Ώς τα τριάντα τρία μου χρόνια η ζωή μου δεν ήταν σπαρμένη με βάγια, αλλά με αγκάθια. Και σε μια στιγμή, στο απόγειο της κινηματογραφικής μου καριέρας, μπήκα σαν Μεσσίας στη Λάρισα. Βέβαια, δεν μπήκα «επί πώλου όνου», αλλά οι θαυμαστές μου σήκωσαν στα χέρια ένα μικρό «Οστενάκι» που είχα. Αυτό ήταν το πρώτο γλυκό ποτήρι που ήπια ύστερα από τόσα και τόσα πικρά…
[…]Αν υπάρχουν μοιραίες μικρές αγγελίες, τότε η μικρή αγγελία που διάβασα ήταν η μοιραία της ζωής μου. Έχουν περάσει πενήντα χρόνια από τότε κι ακόμα δεν μπορώ να εξηγήσω πώς μου ρθε, έτσι στα καλά καθούμενα, να δώσω εξετάσεις στη Δραματική.
Ώς εκείνη τη στιγμή δεν είχα πατήσει σε θέατρο παρά μονάχα δυο φορές. Τη μια είχα δει τον Βασίλη Αργυρόπουλο και την άλλη τα Καλουτάκια. Εκείνο που λάτρεψα ήταν ο κινηματογράφος.
Πιστεύω ότι εκείνο που με θάμπωσε ήταν οι δύο τίτλοι: φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και σπουδαστής της Δραματικής Σχολής του Βασιλικού Θεάτρου. Μεγάλη υπόθεση.”

Μίμης Φωτόπουλος (1913-1986) – Από το βιβλίο του “Το Ποτάμι της Ζωής μου” 


Ένας από τους χαρακτηριστικούς πυλώνες του ελληνικού κλασσικου κινηματογράφου, έφυγε σαν σήμερα 29 Οκτωβρίου του 1986, από ανακοπή καρδιάς. Ο λόγος για τον “μάγκα” της ασπρόμαυρης οθόνης Μίμη (Δημήτρη) Φωτόπουλο. Το όνομα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις παλιές αγαπημένες σε όλους μας ελληνικές ταινίες, σε ρόλους κωμικού αλλά και δράματος αρκετές φορές. Χαρακτηριστικός αγαπημένος ρόλος, αυτός του Πετράκη στη “Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο” με ονόματα που άφησαν ιστορία όπως του Βασίλη Αυλωνίτη και της Τζένης Καρέζη. Εποχή που διακρίνεται για την αθωότητα και την ανεμελιά της σε παλιές συνοικίες της γραφικής Αθήνας.

Η ζωή του μεγάλου ηθοποιού είχε πολλές πτυχές. Εκτός από τις πασίγνωστες ερμηνείες του στο κινηματογράφο καταπιάστηκε και με άλλους τομείς στον καλλιτεχνικό χώρο αλλά και σε πολιτικό επίπεδο. Ας δούμε κάποια από τα σημαντικότερα.


Γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1913 στη Ζάτουνα της Γορτυνίας. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, καθώς έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα. Ξεκίνησε να σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, αλλά την παράτησε στο δεύτερο έτος. Η καλλιτεχνική του φύση τον οδήγησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (τότε Βασιλικού Θεάτρου).

Πρεμιέρα στη θεατρική του καριέρα έκανε στο 1932, σε ηλικία 19 ετών, στην παράσταση "Λοκαντιέρα", με το θίασο Κουνελάκη. Δύο χρόνια αργότερα αναχώρησε για την πρώτη του περιοδεία, με το θίασο "Δράματος, κωμωδίας, κωμειδυλλίου και επιθεωρήσεως" του Θεμιστοκλή Νέζερ. Λίγο πριν από τον πόλεμο του '40 έκανε ένα σύντομο πέρασμα απ' το χώρο του βαριετέ και το θέατρο της Κατερίνας, συμμετέχοντας σε πολεμικές επιθεωρήσεις και μουσικές ηθογραφίες. Κατά τη διάρκεια της λαμπρής καριέρας του, ο Μίμης Φωτόπουλος συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και γνωστούς συναδέλφους του. Σημαντικότερες συμμετοχές του ήταν στο "Βυσσινόκηπο" του Τσέχοφ με τον πρωτοεμφανιζόμενο θίασο του Κάρολου Κουν, στις "Αγριόπαπιες" του Ίψεν στο Θέατρο Τέχνης, στο "Όνειρο καλοκαιρινής νύκτας" του Σαίξπηρ στο θέατρο του Βασιλικού Κήπου. Το 1952 δημιούργησε τον δικό του θίασο, με τον οποίο περιόδευσε στην Κύπρο, στην Τουρκία, στην Αίγυπτο, στη Γερμανία, ακόμα και στην Αμερική. Από το 1960 ασχολήθηκε με επιτυχία και με τη σκηνοθεσία. Για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο θέατρο το 1984, μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο, στην επιθεώρηση "Μια στο Καστρί και μια στο πέταλο". Ξεχώρισε για το εντελώς προσωπικό λαϊκό ύφος και τους έξυπνους και πάντα εύστοχους αυτοσχεδιασμούς του.

Εκτός από σπουδαίος ηθοποιός, ο Μίμης Φωτόπουλος ήταν και λογοτέχνης. Έγραψε τέσσερις ποιητικές συλλογές "Μπουλούκια" (1940), "Ημιτόνια" (1960), "Σκληρά τριολέτα" (1961) και "Ο θάνατος των ημερών" (1976) , τρία αυτοβιογραφικά "25 χρόνια θέατρο" (1958), "Το ποτάμι της ζωής μου" και "Ελ Ντάμπα - Όμηρος των Εγγλέζων" (1965) και δύο θεατρικά έργα "Ένα κορίτσι στο παράθυρο" (1966) και "Πελοπίδας ο καλός πολίτης" (1976).

Στη διάρκεια της κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στις τάξεις του ΕΑΜ. Συμμετείχε στα Δεκεμβριανά, συνελήφθη από τις βρετανικές μονάδες και εκτοπίστηκε στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα, από όπου επέστρεψε τον Μάρτη του 1945. Την περίοδο της Δικτατορίας ασχολήθηκε, επίσης, με τη ζωγραφική. Είχε μείνει μόνος με τις δύο κόρες του, αφού η γυναίκα του, Μαργαρίτα Τσάλα, είχε εξοριστεί στη Γυάρο. Τότε ήταν που άρχισε με γραμματόσημα να φτιάχνει πίνακες, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολλάζ. Συνολικά έκανε δέκα εκθέσεις των έργων του και πούλησε πάνω από εκατό πίνακες.

Ο Μίμης Φωτόπουλος υπήρξε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του κινητού θεάτρου "Άρμα Θέσπιδος», μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελευθέρου Θεάτρου, ενώ παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α' και το Σταυρό του Αποστόλου Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας.

Η ιστορία του στον ελληνικό κινηματογράφο υπήρξε η πιο σημαντική. Πρώτη του ταινία ήταν η "Μαντάμ Σουσού" το 1948. Συνολικά έλαβε μέρος σε 101 ταινίες, σε δύο από τις οποίες είχε γράψει και το σενάριο: "Προπαντός ψυχραιμία" (1951) και "Μια νταντά και τέζα όλοι" (1971). Μεγάλος επιτυχίες θεωρούνται οι ταινίες "Ο γρουσούζης" (1952), "Το Σωφεράκι" (1953), "Η Ωραία των Αθηνών" (1954), "Κάλπικη λίρα" (1955), "Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο" (1955), "Τα κίτρινα γάντια" (1960), "Ο Πατούχας" (1972) κ.ά. Εκτός από τη μεγάλη οθόνη, εμφανίστηκε και στη μικρή, στην τηλεοπτική σειρά "Ο θείος μας ο Μίμης", που προβλήθηκε από την ΕΡΤ2 το 1984.

 

Απολαύστε τον αξέχαστο Μίμη Φωτόπουλο στις καλύτερες στιγμές του!


Πηγές: Βικιπαιδεία, sansimera.gr