Πάουλ Κλέε. “Μια μικρούλα ιστορία για ένα μικρούλικο νάνο”

Ο Πάουλ Κλέε (Paul Klee), γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου του 1879 και ήταν Γερμανο-Ελβετός ζωγράφος. Μολονότι δεν εντάχθηκε επισήμως σε καμία σχολή ή κίνημα, το έργο του είχε σημαντική συμβολή στη διαμόρφωση των περισσοτέρων καλλιτεχνικών τάσεων της μοντέρνας τέχνης, ενώ υπήρξε και δάσκαλος στη σχολή Μπαουχάους (Bauhaus). Άφησε συνολικά περισσότερα από 9.000 έργα, μεταξύ αυτών υδατογραφίες, χαρακτικά και σχέδια, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων φιλοξενείται σήμερα στο Κέντρο Πάουλ Κλέε της Βέρνης. Έφυγε απο τη ζωή στις 29 Ιουνίου του 1940 στο Τιτσίνο της Ιταλίας όπου βρισκόταν για θεραπεία. Η τέφρα του μεταφέρθηκε στη Βέρνη το 1946 και ο γιος του Φέλιξ ζήτησε να χαραχθούν στον τάφο του τα λόγια του:

“Δεν περιορίζομαι στο εδώ και τώρα, ανήκω τόσο στους νεκρούς όσο και στους αγέννητους. Πιο κοντά στην καρδιά της δημιουργίας από τους περισσότερους, όχι όμως και αρκετά κοντά ακόμη.”


Είχε επηρεαστεί από τον Κυβισμό, βάσει του οποίου, ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός καλλιτεχνών θεωρεί δεδομένο πως εκείνο που έχει σημασία στην τέχνη, είναι να βρίσκονται νέες λύσεις για τα προβλήματα της “φόρμας”, όπως τα λένε. Γι’αυτούς τους καλλιτέχνες η “φόρμα” έρχεται πάντα πρώτη και δεύτερο το “θέμα”. Την καλύτερη περιγραφή αυτής της διαδικασίας την έδωσε ο Πάουλ Κλέε, επηρεασμένος από τα πειράματα των Κυβιστών τους οποίους γνώρισε στο Παρίσι το 1912. Για τον Κλέε, αυτά τα πειράματα δε φανέρωναν τόσο καινούριους τρόπους για την αναπαράσταση της πραγματικότητας, παρά νέες δυνατότητες για να παίξει με τις φόρμες. Σε μία διάλεξη που έκανε στο Μπάουχαους, ο Κλέε μας λέει πως άρχισε συσχετίζοντας γραμμές, τόνους και χρώματα, τονίζοντας από δω και αφαιρώντας το βάρος από κει, για να πετύχει την αίσθηση της ισορροπίας ή του “σωστού”, που επιδιώκει κάθε καλλιτέχνης. Περιγράφει πώς οι φόρμες που έβγαιναν από τα χέρια του, υπέβαλλαν σιγά σιγά στη φαντασία του, κάποιο πραγματικό ή φανταστικό θέμα και πώς ακολουθούσε αυτές τις υποδείξεις, όταν ένιωθε ότι θα βοηθούσε και δε θα εμπόδιζε τις αρμονίες, ολοκληρώνοντας τη μορφή που είχε “βρει”. Είχε την πεποίθηση πως αυτός ο τρόπος της δημιουργίας εικόνων, ήταν πιο “πιστός στη φύση” απ’ ότι θα μπορούσε ποτέ να είναι μία δουλική μίμηση. Γιατί η ίδια η φύση, σύμφωνα με τον Κλέε, δημιουργεί μέσω του καλλιτέχνη. Η ίδια μυστηριώδης δύναμη που δημιούργησε τα παράξενα σχήματα των προϊστορικών ζώων και τον εκπληκτικό παραμυθόκοσμο της πανίδας στα βάθη της θάλασσας, ενεργεί ακόμη στο μυαλό του καλλιτέχνη και κάνει τα δικά του πλάσματα να πληθαίνουν.

Όπως ο Πικάσο, έτσι και ο Κλέε απολάμβανε την ποικιλία των εικόνων, που μπορούσαν να κατασκευαστούν με αυτόν τον τρόπο. Αν και είναι αδύνατο να καταλάβουμε τον πλούτο των φαντασιώσεων του από μία εικόνα, το παρακάτω έργο του δίνει κάποια ιδέα για το χιούμορ και την ευφυία του.

Στη “Μικρούλα ιστορία για ένα μικρούλικο νάνο”, παρακολουθούμε τη μεταμόρφωση του νάνου, αφού το κεφάλι του ανθρωπάκου παρουσιάζεται ως το κάτω μέρος του μεγαλύτερου προσώπου που βρίσκεται από πάνω του. Είναι πολύ απίθανο να σκέφτηκε ο Κλέε αυτό το τέχνασμα, πριν αρχίσει να ζωγραφίζει αυτόν τον πίνακα. Η ονειρική όμως ελευθερία του παιχνιδιού του με τα σχήματα, τον οδήγησε σ’ αυτην την επινόηση, που μετά την ολοκλήρωσε.

Χωρίς αμφιβολία, ακόμη και οι παλιοί καλλιτέχνες εμπιστεύονταν κάποτε την έμπνευση και την τύχη της στιγμής. Πάντα όμως προσπαθούσαν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο, έστω κι αν τέτοιες ευτυχισμένες συμπτώσεις ήταν καλοδεχούμενες. Πολλοί μοντέρνοι καλλιτέχνες, που συμμερίζονται την πίστη του Πάουλ Κλέε στη δημιουργική φύση, πιστεύουν πως δεν είναι σωστό ακόμη και να επιδιώκεται τέτοιος συνειδητός έλεγχος. Το έργο πρέπει να αναπτύσσεται σύμφωνα με τους δικούς του νόμους.


Πηγές: Βικιπαιδεία, “Το Χρονικό της Τέχνης”- E.H. Gombrich (Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης)