Ράντγιαρντ Κίπλινγκ “Αν…” τον άκουγες

“Αν να κρατάς μπορείς το λογικό σου, όταν όλοι τριγύρω σου,
Το χάνουν το δικό τους, και ρίχνουν το φταίξιμο σε σένα.
Αν τον εαυτό σου να εμπιστεύεσαι μπορείς, όταν οι άλλοι σε αμφισβητούν,
Αλλά να βρίσκεις ελαφρυντικά και για αυτήν ακόμη την αμφισβήτησή τους.
Αν μπορείς να περιμένεις, δίχως από την προσμονή να εξουθενώνεσαι.
Ή αν σε συκοφαντούν, εσύ να μη βυθίζεσαι στο ψέμα.
Ή και αν σε μισούν, να μην δίνεις διέξοδο στο μίσος.
Κι ωστόσο να μην δείχνεσαι ούτε πολύ καλός, ούτε με περισσή σοφία να μιλάς”

Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (30 Δεκεμβρίου 1865 – 18 Ιανουαρίου 1936)


 

  • Προτιμώ να σκέφτομαι το καλύτερο για τον καθένα, με σώζει από πολλά προβλήματα.

 

  • Πρέπει να παίρνουμε τα μεγαλύτερα δυνατά ρίσκα, με τις μεγαλύτερες δυνατές προφυλάξεις.

 

  • Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος, και η δύναμη του λύκου είναι η αγέλη.

 

  • Το θηλυκό όλων των ειδών είναι πιο θανατηφόρο από το αρσενικό.

 

  • Ο Θεός δεν μπορεί να είναι πανταχού παρών, γι’ αυτό έπλασε τις μητέρες.

 

 

  • Στα είκοσι, τα πράγματα για τα οποία δεν δίνεις δεκάρα, πρέπει, φυσιολογικά, να είναι πολλά.

 

  • Να παίρνετε ό,τι σας αρέσει στα σοβαρά, εκτός από τον εαυτό σας.

 

  • Οι πιο ωραίες ερωτικές επιστολές μιας γυναίκας πάντα απευθύνονται στον άντρα που προδίνει.

 

  • Είμαι από τη φύση μου έμπορος λέξεων. Και οι λέξεις, βέβαια, είναι το πιο ισχυρό ναρκωτικό που χρησιμοποιείται από την ανθρωπότητα.

 

  • Έχω έξι τίμιους εργάτες. (Μου έμαθαν όλα όσα ξέρω). Τα ονόματά τους είναι Τι και Γιατί και Πότε και Πώς και Πού και Ποιος.

 

  • Έχουμε σαράντα εκατομμύρια λόγους για την αποτυχία, αλλά ούτε μία δικαιολογία.

 

  • Έχω δικά μου σπίρτα και θειάφι, και θα φτιάξω τη δική μου κόλαση.

 

  • Η πρώτη προϋπόθεση για την κατανόηση μιας ξένης χώρας είναι να τη μυρίσεις.

 

  • Η Ασία δεν μπορεί να εκπολιτιστεί με τις μεθόδους της Δύσης. Υπάρχει πάρα πολλή Ασία και είναι πάρα πολύ παλιά.

Ο Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (30 Δεκεμβρίου 1865 – 18 Ιανουαρίου 1936) ήταν Βρετανός συγγραφέας και ποιητής, κυρίως γνωστός για τις παιδικές του ιστορίες όπως το “Βιβλίο της ζούγκλας” και για τα ποιήματα του όπως το “Αν”. Γεννήθηκε στη Βομβάη της Βρετανικής εκείνο τον καιρό Ινδίας, ο πατέρας του ήταν έφορος στο μουσείο της Λαχώρης. Έζησε ευτυχισμένα χρόνια στο αποικιοκρατικό περιβάλλον της Ινδίας, μέχρι τα 6 του, τότε στάλθηκε εσώκλειστος σε σχολείο της Αγγλίας. Εκεί υπέστη κακομεταχείριση την οποία περιέγραψε αργότερα στο διήγημά του “Μπε μπε το μαύρο πρόβατο”. Στα 12 φοίτησε σε ένα διαφορετικό οικοτροφείο ο διευθυντής του οποίου διείδε το ταλέντο του και ενθάρρυνε την λογοτεχνική του τάση. Το 1882 επέστρεψε στους γονείς του και στην Λαχώρη όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως δημοσιογράφος, ανταποκριτής μιας εφημερίδας, και να ταξιδεύει σε όλη την Ινδία ως ανταποκριτής εφημερίδας. Ταυτόχρονα έγραφε διηγήματα και το 1888 δημοσίευσε έξι ιστορίες, μεταξύ των οποίων και το διήγημα “Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς” Τον 1889 ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι επιστροφής στην Αγγλία, διασχίζοντας τη Βιρμανία, την Κίνα και την Ιαπωνία. Κατέληξε στις Ηνωμένες Πολιτείες, τις οποίες διέσχισε από άκρη σε άκρη και, τέλος, μέσω Ατλαντικού έφτασε στο Λονδίνο. Έγραψε πολλά αξιοπρόσεκτα ποιήματα και ιστορίες οι οποίες εκδόθηκαν και τον έκαναν γνωστό στο ευρύ κοινό.

Το 1892 παντρεύτηκε την αδερφή ενός αμερικάνου φίλου του ο οποίος είχε πεθάνει αιφνιδίως. Κατά την διάρκεια του μήνα του μέλιτος κι ενώ βρισκόταν στην Ιαπωνία, χρεοκόπησε η τράπεζα στην οποία είχε τα χρήματά του και με δυσκολία κατάφεραν να φτάσουν ως το Βερμόντ των Ηνωμένων πολιτειών. Ζήσανε 4 χρόνια κατά τα οποία ο Κίπλινγκ έγραψε πετυχημένα παιδικά βιβλία και απέκτησε 2 κόρες. Επέστρεψαν στην Αγγλία το 1896, τον επόμενο χρόνο απέκτησαν έναν γιο, ο Κίπλινγκ συνέχισε να γράφει και να γνωρίζει επιτυχίες. Το 1899 πέθανε πρόωρα η μεγάλη τους κόρη ρίχνοντας ένα πέπλο θλίψης στην ζωή τους. Τα επόμενα χρόνια γινόταν ολοένα και πιο γνωστός με την συγγραφή του, έγινε φίλος με τον βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιο τον Ε’, μάζεψε χρήματα για τον πόλεμο κατά τον Μποέρ με το ποίημα του “ο Αφηρημένος ζητιάνος”, πράγμα που τον ανέδειξε κατά κάποιο τρόπο σε εθνικό ήρωα. Το 1907, σε ηλικία 42 χρονών τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1926 του απονεμήθηκε το Χρυσό Μετάλλιο της Βασιλικής Ακαδημίας Λογοτεχνίας. Το 1910, στο απόγειο της φήμης του εκδόθηκε το γνωστότερο ποίημα του, το περίφημο “Αν” το οποίο αποτελεί έναν κατάλογο παραινέσεων προς τον γιο του.

Πέντε χρόνια αργότερα, ο γιός τους σκοτώθηκε σε μάχη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, γεμίζοντας τον με τύψεις, καθώς ήταν εκείνος που επέμενε στο να γίνει αξιωματικός και να πολεμήσει, στην ανίκητη Βρετανική αυτοκρατορία, χωρίς από ότι φάνηκε να έχει νιώσει, πως στους πολέμους και τις αποικιακές κατακτήσεις τις οποίες υποστήριζε ένθερμα, σκοτώνονται άνθρωποι. Τότε ήταν που έγραψε: “Αν ρωτάτε γιατί πεθάναμε, πείτε τους, επειδή οι πατέρες μας μάς είπαν ψέματα”. Λόγω των τύψεων του απέρριψε τον τίτλο του Ιππότη (Sir), και την ένταξή του στο Βασιλικό Τάγμα της Αξίας (Order of Merit), αποδέχτηκε ωστόσο τον τίτλο του επιτίμου διδάκτορα κάποιων βρετανικών Πανεπιστημίων. Μέχρι το τέλος της ζωής του ταξίδεψε πολύ, ιδιαίτερα στην Αφρική και συνέχισε να γράφει αλλά χωρίς την προηγούμενη επιτυχία. Το 1935 ένα περιοδικό ανακοίνωσε λανθασμένα τον θάνατο του, ο Κίπλινγκ τους έστειλε επιστολή: “Μόλις διάβασα ότι είμαι νεκρός. Μη ξεχάσετε να με διαγράψετε από τη λίστα των συνδρομητών σας”. Πέθανε τον επόμενο χρόνο από διάτρητο πεπτικό έλκος.


Διαβάστε ακόμη: “Αν μπορείς να κρατάς το κεφάλι ψηλά…” P. Κίπλινγκ


Πηγές: www.hallofpeople.com